Άρθρο 45. Νοµική υποστήριξη προσωπικού και Προέδρου της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.)
1. O Πρόεδρος και το προσωπικό της ΕΛ.ΣΤΑΤ., σε περίπτωση που είτε ασκήθηκε αγωγή εναντίον τους είτε κατηγορήθηκαν για πράξεις ή παραλείψεις που αφορούν αποκλειστικά την άσκηση των καθηκόντων τους, δικαιούνται να ζητήσουν και να λάβουν από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. το χρηµατικό ποσό που κατέβαλαν για νοµικές υπηρεσίες και δικαστικά έξοδα, σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, διατηρώντας το δικαίωµά τους να αναθέτουν τη δικαστική υπεράσπιση και νοµική υποστήριξή τους σε δικηγόρο της επιλογής τους σε οποιαδήποτε χρονική στιγµή.
2. Το σχετικό κόστος, το οποίο περιλαµβάνει τα δικαστικά έξοδα και τη δικηγορική αµοιβή, επιβαρύνει τον προϋπολογισµό της ΕΛ.ΣΤΑΤ. και καταβάλλεται µετά από αίτηση, η οποία υποβάλλεται σε τριµελή Επιτροπή, αποτελούµενη από τον Νοµικό Σύµβουλο του Κράτους στο Υπουργείο Οικονοµικών και τους Προϊσταµένους των Γενικών Διευθύνσεων Οικονοµικών Υπηρεσιών και Δηµοσιονοµικής Πολιτικής και Προϋπολογισµού του Υπουργείου Οικονοµικών. Η καταβολή των ανωτέρω δαπανών εγκρίνεται µε απόφαση της ανωτέρω Επιτροπής, εφόσον προσκοµιστούν τα νόµιµα παραστατικά και το αιτούµενο ποσό δεν υπερβαίνει το εξαπλάσιο του ποσού αναφοράς κάθε διαδικαστικής πράξης ή υπηρεσίας, όπως προσδιορίζεται στους πίνακες του Κώδικα Δικηγόρων και των Παραρτηµάτων αυτού, όπως εκάστοτε ισχύουν. Ο Πρόεδρος ή ο υπάλληλος της ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο οποίος καταδικάζεται αµετάκλητα ή γίνεται αµετάκλητα δεκτή αγωγή εναντίον του, υποχρεούται να επιστρέψει στο Ελληνικό Δηµόσιο τη δαπάνη που σχετίζεται µε την ποινική δικογραφία, για την οποία καταδικάστηκε αµετάκλητα ή την αγωγή που έγινε αµετάκλητα δεκτή σε βάρος του.
3. Η ρύθµιση αυτή ισχύει και για τον Πρόεδρο ΕΛ.ΣΤΑΤ., ο οποίος έπαυσε να ασκεί τα καθήκοντα του, λόγω λήξης της θητείας του, παραίτησης, αδυναµίας εκτέλεσης των καθηκόντων ή για οποιονδήποτε άλλο λόγο, καθώς και για το προσωπικό της ΕΛ.ΣΤΑΤ., το οποίο αποχώρησε, για οποιονδήποτε λόγο. Ειδικότερα, αναφορικά µε δαπάνες οι οποίες έχουν ήδη πραγµατοποιηθεί από τα εν λόγω πρόσωπα, πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας διάταξης, η ως άνω Επιτροπή εγκρίνει, κατόπιν αίτησης του ενδιαφεροµένου, την καταβολή των ανωτέρω δαπανών, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις της προηγούµενης παραγράφου. Οι ανωτέρω δαπάνες καλύπτονται σύµφωνα µε τα προβλεπόµενα στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος.
4. Η καταβολή των ανωτέρω δαπανών γίνεται σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις και ιδίως αυτές του άρθρου 66 του ν. 4270/2014, εντός 2 µηνών από την υποβολή της αίτησης στην Επιτροπή. Η ισχύς του παρόντος αρχίζει από τη δηµοσίευσή του στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.