Άρθρο 4. Ορισμοί (άρθρο 3 της Οδηγίας 2011/16/ΕΕ)
Για την εφαρμογή των άρθρων 1 έως και 25 νοούνται ως:
1. «αρμόδια αρχή» κράτους−μέλους: η αρχή η οποία έχει ορισθεί για το λόγο αυτόν από το κράτος−μέλος. Όταν ενεργούν σύμφωνα με τα άρθρα 2 έως και 24:
-η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης,
-ένα τμήμα διασύνδεσης ή
-ένας αρμόδιος υπάλληλος,
όπως ορίζονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 του παρόντος άρθρου, θεωρούνται επίσης, ως αρμόδιες αρχές κατ’ ανάθεση σύμφωνα με το άρθρο 5.
2. «κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης»: η υπηρεσία η οποία έχει ορισθεί για το λόγο αυτόν, με κύρια αρμοδιότητα τις επαφές με άλλα κράτη−μέλη στον τομέα της διοικητικής συνεργασίας.
3. «τμήμα διασύνδεσης»: οποιαδήποτε υπηρεσία, πλην της κεντρικής υπηρεσίας διασύνδεσης, που έχει ορισθεί για την απευθείας ανταλλαγή πληροφοριών.
4. «αρμόδιος υπάλληλος»: οποιοσδήποτε υπάλληλος που μπορεί να προβαίνει σε απευθείας ανταλλαγή πληροφοριών, για την οποία έχει εξουσιοδοτηθεί.
5. «αιτούσα αρχή» ή «αποστέλλουσα αρχή»: η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, τμήμα διασύνδεσης ή οποιοσδήποτε αρμόδιος υπάλληλος κράτους-μέλους που υποβάλλει αίτημα συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής ή κοινοποιεί με την αυτόματη ανταλλαγή της παραγράφου 9, πληροφορίες σε οποιοδήποτε άλλο κράτος-μέλος αντιστοίχως.
6. «λαμβάνουσα αρχή»: η κεντρική υπηρεσία διασύνδεσης, τμήμα διασύνδεσης ή οποιοσδήποτε αρμόδιος υπάλληλος κράτους-μέλους που λαμβάνει αίτημα συνδρομής εξ ονόματος της αρμόδιας αρχής ή λαμβάνει πληροφορίες με αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών.
7. «διοικητική έρευνα»: κάθε έλεγχος, εξακρίβωση και ενέργεια που πραγματοποιούν τα κράτη−μέλη κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής της φορολογικής νομοθεσίας.
8. «ανταλλαγή πληροφοριών κατόπιν αιτήματος»: η ανταλλαγή πληροφοριών βάσει αιτήματος το οποίο απευθύνει το αιτούν κράτος−μέλος προς το λαμβάνον κράτος−μέλος, για μια συγκεκριμένη υπόθεση.
9. «αυτόματη ανταλλαγή»:
α) για τους σκοπούς της περίπτωσης α'της παραγράφου 1 του άρθρου 9 και των άρθρων 9Α και 9ΑΑ, η συστηματική κοινοποίηση σε άλλο κράτος - μέλος, χωρίς προηγούμενο αίτημα, προκαθορισμένων πληροφοριών ανά καθορισμένα εκ των προτέρων τακτά διαστήματα. Για τους σκοπούς της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 9, ως διαθέσιμες πληροφορίες νοούνται οι πληροφορίες των φορολογικών αρχείων του κράτους - μέλους που κοινοποιεί τις πληροφορίες, οι οποίες μπορούν να ανακτηθούν σύμφωνα με τις διαδικασίες συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών του εν λόγω κράτους - μέλους·
β) για τους σκοπούς της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 9, η συστηματική κοινοποίηση προκαθορισμένων πληροφοριών σχετικά με φορολογικούς κατοίκους άλλων κρατών - μελών στο οικείο κράτος - μέλος φορολογικής κατοικίας, χωρίς προηγούμενο αίτημα και ανά καθορισμένα εκ των προτέρων τακτά διαστήματα·
γ) για τους σκοπούς του παρόντος, πλην των διατάξεων των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 1 του άρθρου 9 και των άρθρων 9Α και 9ΑΑ, η συστηματική κοινοποίηση προκαθορισμένων πληροφοριών που προβλέπεται στις περιπτώσεις α' και β'.
Στο πλαίσιο της περίπτωσης β' της παραγράφου 1 του άρθρου 9, της παραγράφου 5 του άρθρου 9, της παραγράφου 2 του άρθρου 21 και των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 24, κάθε όρος γραμμένος με κεφαλαία αρχικά έχει την έννοια που του αποδίδεται στους αντίστοιχους ορισμούς που καθορίζονται στο Παράρτημα Ι. Στο πλαίσιο του άρθρου 9ΑΑ και του Παραρτήματος ΙΙΙ, κάθε όρος γραμμένος με κεφαλαία αρχικά έχει την έννοια που του αποδίδεται στους αντίστοιχους ορισμούς που καθορίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ.
10. «αυθόρμητη ανταλλαγή»: η μη συστηματική κοινοποίηση πληροφοριών, ανά πάσα στιγμή και χωρίς προηγούμενο αίτημα, σε άλλο κράτος−μέλος.
11. «πρόσωπο»:
α) φυσικό πρόσωπο
β) νομικό πρόσωπο, ή
γ) εφόσον προβλέπεται από την ισχύουσα νομοθεσία, ένωση προσώπων στην οποία αναγνωρίζεται δικαιοπρακτική ικανότητα, χωρίς όμως να έχει το καθεστώς νομικού προσώπου
δ) κάθε άλλο νομικό μόρφωμα οποιουδήποτε χαρακτήρα και μορφής, με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, που έχει την κυριότητα ή διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία τα οποία, συμπεριλαμβανομένου του εισοδήματος που απορρέει από αυτά, υπόκεινται σε φόρους που καλύπτονται από τα άρθρα 1 έως και 25.
12. «με ηλεκτρονικά μέσα» ή «ηλεκτρονικά»: η χρήση ηλεκτρονικού εξοπλισμού για την επεξεργασία, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης και αποθήκευσης δεδομένων και η χρησιμοποίηση καλωδιακής ή ασύρματης σύνδεσης, οπτικών τεχνολογιών ή άλλων ηλεκτρομαγνητικών μέσων.
13. «δίκτυο CCN»: η κοινή πλατφόρμα που βασίζεται στο Κοινό Δίκτυο Επικοινωνιών (CCN), το οποίο έχει αναπτυχθεί από την Ένωση για την εξασφάλιση όλων των διαβιβάσεων με ηλεκτρονικά μέσα μεταξύ των αρμόδιων τελωνειακών και φορολογικών αρχών.
14. «εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση»: κάθε συμφωνία, κοινοποίηση ή κάθε άλλο μέσο ή ενέργεια με παρόμοια αποτελέσματα, περιλαμβανομένων και εκείνων που εκδίδονται, τροποποιούνται ή ανανεώνονται στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου, που πληροί τους ακόλουθους όρους:
α) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται από ή για λογαριασμό της κυβέρνησης ή της φορολογικής αρχής κράτους μέλους ή των εδαφικών ή διοικητικών υποδιαιρέσεών του, συμπεριλαμβανομένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης, ασχέτως αν χρησιμοποιείται πράγματι,
β) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται για συγκεκριμένο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων, και την οποία το εν λόγω πρόσωπο ή η ομάδα προσώπων έχει δικαίωμα να επικαλεστεί,
γ) αφορά την ερμηνεία ή την εφαρμογή νομοθετικής ή διοικητικής διάταξης σχετικά με τη διαχείριση ή επιβολή των εθνικών νομοθεσιών όσον αφορά τους φόρους του κράτους μέλους ή των εδαφικών ή διοικητικών υποδιαιρέσεών του, συμπεριλαμβανομένων των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης,
δ) αφορά διασυνοριακή συναλλαγή ή το ερώτημα εάν οι δραστηριότητες που ασκούνται από πρόσωπο σε άλλη δικαιοδοσία δημιουργούν μόνιμη εγκατάσταση, και
ε) εκδίδεται πριν από τις συναλλαγές ή τις δραστηριότητες σε άλλη δικαιοδοσία οι οποίες ενδέχεται να δημιουργούν μόνιμη εγκατάσταση ή πριν από την υποβολή της φορολογικής δήλωσης για την περίοδο κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν η συναλλαγή ή η σειρά συναλλαγών ή οι δραστηριότητες.
Η διασυνοριακή συναλλαγή μπορεί να περιλαμβάνει, χωρίς να περιορίζεται σε αυτές την πραγματοποίηση επενδύσεων, την παροχή αγαθών, υπηρεσιών, τη χρηματοδότηση ή τη χρησιμοποίηση υλικών ή άυλων περιουσιακών στοιχείων και δεν εμπλέκει κατ' ανάγκην άμεσα το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται η εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση.
15. «εκ των προτέρων συμφωνία ενδοομιλικής τιμολόγησης»: κάθε συμφωνία, κοινοποίηση ή κάθε άλλο μέσο ή ενέργεια με παρόμοια αποτελέσματα, περιλαμβανομένων και εκείνων που εκδίδονται, τροποποιούνται ή ανανεώνονται στο πλαίσιο φορολογικού ελέγχου, που πληροί τους ακόλουθους όρους:
α) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται από ή για λογαριασμό της κυβέρνησης ή της φορολογικής αρχής ενός ή περισσοτέρων κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένων τυχόν εδαφικών ή διοικητικών υποδιαιρέσεών του, καθώς και των αρχών τοπικής αυτοδιοίκησης, ασχέτως αν χρησιμοποιείται πράγματι,
β) εκδίδεται, τροποποιείται ή ανανεώνεται για συγκεκριμένο πρόσωπο ή ομάδα προσώπων, και την οποία το εν λόγω πρόσωπο ή η ομάδα προσώπων έχει δικαίωμα να επικαλεστεί, και
γ) καθορίζει πριν από τις διασυνοριακές συναλλαγές μεταξύ συνδεδεμένων επιχειρήσεων, ένα σύνολο κατάλληλων κριτηρίων για τον καθορισμό της ενδοομιλικής τιμολόγησης των εν λόγω συναλλαγών ή καθορίζει την κατανομή των κερδών σε μια μόνιμη εγκατάσταση.
Οι επιχειρήσεις θεωρούνται συνδεδεμένες, όταν μια από αυτές συμμετέχει άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο της άλλης ή όταν τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν άμεσα ή έμμεσα στη διαχείριση, τον έλεγχο ή το κεφάλαιο των επιχειρήσεων.
Οι τιμές ενδοομιλικών συναλλαγών είναι εκείνες με τις οποίες μια επιχείρηση μεταβιβάζει υλικά αγαθά και άυλα περιουσιακά στοιχεία ή παρέχει υπηρεσίες σε συνδεδεμένες με αυτήν επιχειρήσεις. Ο όρος «ενδοομιλική τιμολόγηση» πρέπει να ερμηνεύεται με βάση τα ανωτέρω.
16. α. Για τους σκοπούς της παρ. 14, ως «διασυνοριακή συναλλαγή» νοείται μια συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών όταν:
αα) τα μέρη στη συναλλαγή ή στη σειρά συναλλαγών δεν έχουν όλα τη φορολογική κατοικία τους στο κράτος μέλος που εκδίδει, τροποποιεί ή ανανεώνει την εκ των προτέρων διασυνοριακή απόφαση·
ββ) ένα από τα μέρη στη συναλλαγή ή στη σειρά συναλλαγών έχει τη φορολογική κατοικία του ταυτόχρονα σε περισσότερες από μία δικαιοδοσίες ή
γγ) ένα από τα μέρη στη συναλλαγή ή στη σειρά συναλλαγών ασκεί τις δραστηριότητές του σε άλλη δικαιοδοσία μέσω μόνιμης εγκατάστασης και η συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών αποτελεί μέρος ή το σύνολο της δραστηριότητας της μόνιμης εγκατάστασης. Μια διασυνοριακή συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών περιλαμβάνει, επίσης, μέτρα που λαμβάνονται από ένα πρόσωπο όσον αφορά τις επιχειρηματικές δραστηριότητες σε άλλη δικαιοδοσία τις οποίες το πρόσωπο αυτό ασκεί μέσω μόνιμης εγκατάστασης, ή
δδ) έχει διασυνοριακές επιπτώσεις.
β. Για τους σκοπούς της παρ. 15, ως «διασυνοριακή συναλλαγή» νοείται μια συναλλαγή ή σειρά συναλλαγών στην οποία συμμετέχουν συνδεδεμένες επιχειρήσεις που δεν έχουν όλες τη φορολογική κατοικία τους στο έδαφος μιας μοναδικής δικαιοδοσίας ή όταν η συναλλαγή ή η σειρά συναλλαγών έχει διασυνοριακές επιπτώσεις.
17. Για τους σκοπούς των παρ. 15 και 16, ως «επιχείρηση» νοείται κάθε μορφή άσκησης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.