Άρθρο 41. Τοποθέτηση παραγωγών πωλητών σε θέσεις στάσιμου εμπορίου
1. Ο παραγωγός που έχει λάβει άδεια παραγωγού πωλητή υπαίθριου εμπορίου υποβάλλει αίτηση στο δήμο, στα όρια του οποίου, επιθυμεί να δραστηριοποιηθεί. Στην αίτηση πρέπει να δηλώνεται το χρονικό διάστημα δραστηριοποίησης κατ’ έτος καθώς και οι ημέρες δραστηριοποίησης. Η αίτηση μπορεί να υποβληθεί και στο δήμο μόνιμης κατοικίας του παραγωγού, ταυτόχρονα με την υποβολή της αίτησης άδειας υπαίθριου εμπορίου του άρθρου 9. Στην περίπτωση αυτή ο δήμος μόνιμης κατοικίας του παραγωγού υποχρεούται να διαβιβάσει την αίτηση στο δήμο που απευθύνεται ο παραγωγός. Ο δήμος, αφού εξετάσει τη διαθεσιμότητα των θέσεων, εκδίδει διαπιστωτική πράξη σύμφωνα με την οποία εγκρίνεται ή μη, μερικώς ή ολικώς, το αίτημα του τελευταίου. Σε περίπτωση μη έγκρισης του αιτήματος απαιτείται ειδική αιτιολόγηση. Εναλλακτικά ο δήμος μπορεί να διενεργεί μία ή περισσότερες φορές το χρόνο διαδικασία για την τοποθέτηση παραγωγών πωλητών σε προκαθορισμένες θέσεις στάσιμου εμπορίου. Στην περίπτωση αυτή η κατανομή γίνεται με βάση το Σύστημα Μοριοδότησης και οι παραγωγοί επιλέγουν θέση κατά φθίνουσα σειρά προτεραιότητας. Όταν εγκριθεί το αίτημα του παραγωγού, ενημερώνεται αμελλητί το Πληροφοριακό Σύστημα, η σχετική ιστοσελίδα του δήμου, το έντυπο της άδειάς του, ως προς το σημείο, το χρονικό διάστημα και τις ημέρες δραστηριοποίησης και επανεκτυπώνεται.
2. Οι παραγωγοί πωλητές, στους οποίους έχει χορηγηθεί θέση, σύμφωνα με τη διαδικασία της προηγούμενης παραγράφου κατοχυρώνουν τη θέση αυτή καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της άδειας και για το χρονικό διάστημα του έτους που έχουν αιτηθεί. Οι παραγωγοί πωλητές, που επιθυμούν για οποιονδήποτε λόγο να αλλάξουν το χρονικό διάστημα δραστηριοποίησης ή να το επεκτείνουν, πρέπει να ακολουθήσουν την ανωτέρω διαδικασία. Οι δήμοι υποχρεούνται να καθορίζουν και να εισπράττουν το τέλος κατάληψης κοινόχρηστου χώρου με βάση το χρόνο που καθορίζεται στην άδεια, ανεξάρτητα από την παρουσία του παραγωγού ή όχι.
3. Ο παραγωγός πωλητής χάνει τη θέση του, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α. οικειοθελώς, με δήλωσή του για οποιονδήποτε λόγο,
β. αν δεν πληρώσει το αναλογούν τέλος για δύο (2) συνεχόμενους μήνες,
γ. αν ανακληθεί είτε προσωρινά είτε μόνιμα η άδειά του.