Άρθρο 90. Διαθεσιμότητα
1α. Επιτρέπεται να καταργούνται θέσεις ανά κατηγορία, κλάδο ή και ειδικότητα σε Υπουργεία, αυτοτελείς δημόσιες υπηρεσίες, αποκεντρωμένες διοικήσεις, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και λοιπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του οικείου Υπουργού, σε υλοποίηση των σχετικών αποφάσεων του Κυβερνητικού Συμβουλίου Μεταρρύθμισης, μετά από τεκμηρίωση που στηρίζεται σε εκθέσεις αξιολόγησης δομών και σχέδια στελέχωσης.
Εφόσον καταργείται το σύνολο των θέσεων του κλάδου ή της ειδικότητας, οι υπάλληλοι που εμπίπτουν στις εξαιρέσεις της παρ. 2 περίπτωση Δ΄ του ν. 4172/2013 μετατάσσονται ή μεταφέρονται αυτοδικαίως από την ημερομηνία ισχύος των αποφάσεων κατάργησης των θέσεων σε κενές ή συνιστώμενες με την απόφαση μετάταξης ή μεταφοράς του αρμόδιου κατά περίπτωση οργάνου διοίκησης προσωποπαγείς θέσεις, κλάδου ή ειδικότητας αντίστοιχες με το βασικό τίτλο σπουδών που κατέχουν ίδιας ή ανώτερης κατηγορίας στο φορέα προέλευσης ή σε τυχόν διάδοχο φορέα. Σε περίπτωση μετάταξης ή μεταφοράς σε κενή θέση εκδίδεται σχετική διαπιστωτική πράξη του αρμόδιου οργάνου διοίκησης.
Επιτρέπεται να συνιστώνται θέσεις ανά κατηγορία, κλάδο ή και ειδικότητα στους παραπάνω φορείς, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του πρώτου εδαφίου, με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του οικείου Υπουργού.
1β. Οι θέσεις, οι οποίες διατηρήθηκαν με τις υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογήν του παρόντος άρθρου καταργούνται από της ισχύος των εν λόγω υπουργικών αποφάσεων και για τους υπαλλήλους που υπηρετούσαν στις θέσεις αυτές εφαρμόζεται η παράγραφος 1α.
2. Εάν καταργηθούν ορισμένες θέσεις του ίδιου κλάδου ή και ειδικότητας, η επιλογή του προσωπικού που τίθεται σε διαθεσιμότητα λόγω κατάργησης θέσης σύμφωνα με την υποπαράγραφο Ζ.2 της παρ. Ζ' του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012, κατά τα ανωτέρω διενεργείται με βάση την αποτίμηση των προσόντων όλων των υπαλλήλων του κλάδου ή και της ειδικότητας που ανήκουν οι υπό κατάργηση θέσεις του φορέα, εφόσον υπηρετούν σε υπηρεσίες ή μονάδες που αξιολογήθηκαν σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος.
Α. Η αποτίμηση προσόντων του υπαλλήλου στηρίζεται σε επί μέρους κριτήρια που αφορούν τη βασική και επαγγελματική του εκπαίδευση, την εν γένει εργασιακή και διοικητική του εμπειρία, τα ειδικά καθήκοντα όπως των υπηρετούντων με οποιαδήποτε σχέση σε Διεθνείς Οργανισμούς, και την εργασιακή του φυσιογνωμία, όπως (δεξιότητες ή επιδόσεις, ηθικές αμοιβές, πειθαρχικές ποινές, τις μακρόχρονες ή συστηματικά επαναλαμβανόμενες αναρρωτικές άδειες ή αδικαιολόγητες απουσίες) και τον τρόπο εισαγωγής στους φορείς της παραγράφου 1 και ιδίως αν πρόκειται για διαδικασία γραπτού διαγωνισμού του ΑΣΕΠ ή για διαδικασία πλήρωσης θέσεων με σειρά προτεραιότητας η οποία διενεργείται εξ ολοκλήρου από το ΑΣΕΠ ή για διαδικασία που εποπτεύει το ΑΣΕΠ, καθώς και για Διαγωνισμό Εισαγωγής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης.
Σε περίπτωση ισοβαθμίας, λαμβάνεται υπόψη η οικογενειακή του κατάσταση συμπεριλαμβανομένου και του αριθμού των τέκνων κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση ε'. Όσοι επιθυμούν να αποχωρήσουν τίθενται κατά προτεραιότητα σε διαθεσιμότητα χωρίς αποτίμηση των προσόντων.
Β. Η αποτίμηση των προσόντων γίνεται βάσει βαθμολογικής κλίμακας και αντικειμενικής μοριοδότησης, όπως καθορίζεται από την περίπτωση ε', και η επιλογή των υπαλλήλων με τα λιγότερα προσόντα που τίθενται σε διαθεσιμότητα προκύπτει κατά φθίνουσα σειρά από το βαθμολογικό πίνακα.
Γ. Για την αποτίμηση των προσόντων του υπαλλήλου και την κατάρτιση βαθμολογικών πινάκων κατά κατηγορία, κλάδο ή και ειδικότητα συνιστώνται από τον οικείο κατά περίπτωση Υπουργό Τριμελή Ειδικά Υπηρεσιακά Συμβούλια στα Υπουργεία, τη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης, τη Γενική Γραμματεία του Πρωθυπουργού, τη Γενική Γραμματεία Συντονισμού και τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις. Με απόφαση του οικείου Υπουργού μπορεί να συνιστάται ένα κοινό Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο για ομάδα Ν. Π.Δ.Δ. ανάλογα με τις ανάγκες. Τα Τριμελή Ειδικά Υπηρεσιακά Συμβούλια συγκροτούνται από ένα μέλος του Α.Σ.Ε.Π. ως πρόεδρο, τον προϊστάμενο της Γενικής Διεύθυνσης ή της Διεύθυνσης Διοικητικού/ Προσωπικού του φορέα στον οποίο συνιστώνται, ως εισηγητή, και έναν προϊστάμενο άλλης Γενικής Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης του ίδιου φορέα, με τους αναπληρωτές τους. Τα Τριμελή Ειδικά Υπηρεσιακά Συμβούλια που συγκροτούνται στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις είναι αρμόδια και για τους μόνιμους υπαλλήλους και τους υπαλλήλους με σχέση ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α' και Β' βαθμού και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου αυτών. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών μπορεί να συγκροτείται για έναν ή περισσότερους Ο.Τ.Α. διακριτό τριμέλες Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο ανάλογα με τις ανάγκες με την ως άνω σύνθεση. Σε περίπτωση που συγκροτείται Τριμέλες Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο για περισσότερα Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ. Α. οι προϊστάμενοι της Γενικής Διεύθυνσης ή της Διεύθυνσης Διοικητικού/Προσωπικού προέρχονται από το μεγαλύτερο σε αριθμό προσωπικού Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. που υπάγεται σε αυτά.
Εάν δεν είναι δυνατή η συγκρότηση Τριμελούς Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου στο φορέα, λόγω έλλειψης Διεύθυνσης Διοικητικού/Προσωπικού ή άλλης Διεύθυνσης, η αποτίμηση των προσόντων διενεργείται από το Τριμελές Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο του εποπτεύοντος φορέα.
Δ. Κατ' εξαίρεση της παραγράφου 2 δεν τίθεται σε διαθεσιμότητα:
αα) υπάλληλος που είναι ανάπηρος σε ποσοστό τουλάχιστον 67% ή πολύτεκνος κατά την έννοια των παραγράφων 1 έως 3 του άρθρου πρώτου του ν. 1910/1944 (Α' 229), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 του ν. 3454/2006 (Α' 75), εφόσον τα τέκνα, που ορίζονται στις προαναφερόμενες διατάξεις του ν. 1910/1944, συνοικούν με αυτόν και ανήκουν στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει,
ββ) υπάλληλος του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος ή τέκνο που ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε. και έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ, και συνοικεί με αυτόν, έχει αναπηρία σε ποσοστό τουλάχιστον 67%,
γγ) υπάλληλος ο οποίος, δυνάμει νόμου ή δικαστικής αποφάσεως, ασκεί κατ' αποκλειστικότητα τη γονική μέριμνα τέκνου, που συνοικεί με αυτόν και ανήκει στην κατηγορία των εξαρτώμενων μελών σύμφωνα με τον Κ.Φ.Ε., όπως ισχύει, και έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ,
δδ) υπάλληλος του οποίου ο σύζυγος ή η σύζυγος τίθεται σε διαθεσιμότητα δυνάμει του παρόντος νόμου,
εε) υπάλληλος ο οποίος έχει ορισθεί δικαστικός συμπαραστάτης δυνάμει δικαστικής αποφάσεως και συνοικεί με τον συμπαραστατούμενο ο οποίος έχει ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των 12.000 ευρώ.
στστ) υπάλληλος Ιδιωτικού Δικαίου Αορίστου Χρόνου (ΔΕ Διοικητικών Καθηκόντων) ο οποίος τέθηκε σε διαθεσιμότητα βάσει της υποπαραγράφου Ζ.4. της παραγράφου Ζ΄ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012,
ζζ) οι διορισθέντες βάσει των διατάξεων των άρθρων 18 του 3448/2006, 19 του ν. 1911/1990, όπως ισχύει, 5 του ν. 2452/1996, 5 του ν. 3624/2007, της παρ. 20 του άρθρου 14 του ν. 2266/1994,
ηη) υπάλληλοι των οποίων η μισθοδοσία καλύπτεται από Διεθνείς Οργανισμούς
θθ) οι διακριθέντες αθλητές που διορίστηκαν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2725/1999.
Ε . Η διαδικασία αποτίμησης των προσόντων, τα αναγκαία δικαιολογητικά, ο αριθμός των μορίων που αντιστοιχούν στα επιμέρους κριτήρια μεταξύ των οποίων λαμβάνεται υπόψη και ο τρόπος εισαγωγής στους φορείς της παραγράφου 1, τα λοιπά ειδικότερα θέματα της αποτίμησης των προσόντων και τα ζητήματα λειτουργίας των Τριμελών Ειδικών Υπηρεσιακών Συμβουλίων καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης.
ΣΤ. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού μπορεί να ορίζονται πρόσθετα ειδικά κριτήρια ή να διαφοροποιείται η μοριοδότηση των γενικών κριτηρίων ανάλογα με το είδος της δραστηριότητας του οικείου φορέα.
2.α. Κατά την αληθή και ορθή έννοια των διατάξεων της παραγράφου 2 του παρόντος, η οποία απορρέει από το σκοπό της θέσπισής της, ο αριθμός των ως άνω καταργούμενων θέσεων, παραμένει αμετάβλητος.
Σε περίπτωση κατά την οποία υπάλληλος επανέρχεται στην Υπηρεσία του λόγω εξαίρεσης από το καθεστώς διαθεσιμότητας, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παρ. Δ' του άρθρου 90 του παρόντος, καθώς και του άρθρου 41 του ν. 4250/2014, όπως ισχύουν, τη θέση του στο καθεστώς της διαθεσιμότητας καταλαμβάνει ο αμέσως επόμενος υπάλληλος στους βαθμολογικούς πίνακες κατάταξης υπαλλήλων σε καθεστώς διαθεσιμότητας κατά κατηγορία και κλάδο.
3. Η παρ. 2 του άρθρου 101 του ν. 3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η διαθεσιμότητα διαρκεί οκτώ (8) μήνες μετά την πάροδο των οποίων ο υπάλληλος απολύεται.»
4. Η παρ. 2 του άρθρου 105 του ν. 3584/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η διαθεσιμότητα διαρκεί οκτώ (8) μήνες μετά την πάροδο των οποίων ο υπάλληλος απολύεται.»
5. Η περίπτωση 2 της υποπαραγράφου Ζ2 της παρ. Ζ' του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η διαθεσιμότητα της προηγούμενης περίπτωσης διαρκεί οκτώ (8) μήνες και στον υπάλληλο καταβάλλονται τα τρία τέταρτα των αποδοχών του, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις. Μέχρι την κατά οποιοδήποτε τρόπο λήξη της διαθεσιμότητας εξακολουθούν να καταβάλλονται από το φορέα προέλευσης οι ασφαλιστικές εισφορές εργοδότη και ασφαλισμένου που αναλογούν για κύρια σύνταξη, επικουρική ασφάλιση, πρόνοια και υγειονομική περίθαλψη. Οι εισφορές αυτές, μετά τη θέση σε διαθεσιμότητα, υπολογίζονται στο ύψος των μειωμένων κατά 25% των αποδοχών του υπαλλήλου που τέθηκε σε διαθεσιμότητα.»
6. Οι διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 έχουν εφαρμογή για τους τιθέμενους σε διαθεσιμότητα μετά την έναρξη ισχύος του παρόντος.
7.α. Αιτήσεις θεραπείας κατά των τελικών πινάκων κατάταξης υπαλλήλων που καταρτίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ασκούνται ενώπιον του Τριμελούς Ειδικού Υπηρεσιακού Συμβουλίου του φορέα που κατάρτισε τους πίνακες μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών από την ανάρτησή τους στο διαδικτυακό τόπο του ΑΣΕΠ.
β) Επί τελικών πινάκων που έχουν ήδη καταρτισθεί και αναρτηθεί στο διαδικτυακό τόπο του Α.Σ.Ε.Π. και έχει παρέλθει η κατά την παράγραφο 1 προθεσμία, οι κατά την ίδια παράγραφο αιτήσεις θεραπείας ασκούνται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από τη δημοσίευση της παρούσας διάταξης στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
γ) Αιτήσεις θεραπείας που έχουν ήδη ασκηθεί κατά των πινάκων των προηγούμενων παραγράφων εξετάζονται χωρίς ανάγκη επαναλήψεώς τους.