Άρθρο 42. Ώρες λειτουργίας των καταστημάτων και εργασίας του προσωπικού τους
1. Η λειτουργία των, κατά το άρθρο 1 του ν.δ. 1037/1971 "Περί χρονικών ορίων λειτουργίας καταστημάτων και εργασίας του προσωπικού αυτών", καταστημάτων είναι ελεύθερη, καθ' όλες τις ώρες και τις ημέρες της εβδομάδας, πλην της Κυριακής και των ημερών αργίας.
Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται τις Κυριακές και τις ημέρες αργίας η λειτουργία των πρατηρίων υγρών καυσίμων, εστιατορίου ζαχαροπλαστείων, "μπαρ", καφενείων, γαλακτοπωλείων, κυλικείων και συναφών καταστημάτων, ανθοπωλείων, περιπτέρων, και εξομοιουμένων καταστημάτων, φωτογραφείων, στιλβωτηρίων και αμιγών καταστημάτων λιανικής πωλήσεως ξηρών καρπών. Ειδικά για τους τουριστικούς τόπους και τους τόπους παραθεριστικής κατοικίας, όπως αυτοί προσδιορίζονται κάθε φορά σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, επιτρέπεται η λειτουργία και των αρτοποιείων, κρεοπωλείων, ιχθυοπωλείων και οπωροπωλείων.
Επίσης, ειδικά για τα ιχθυοπωλεία, επιτρέπεται η λειτουργία τους και κατά τη συμπίπτουσα προς Κυριακή παραμονή της 25ης Μαρτίου κάθε έτους.
Επιτρέπεται επίσης η λειτουργία κατά τις Κυριακές και τις ημέρες αργίας, πλην της Κυριακής του Πάσχα, και κατά τις ώρες 08.00 έως 13.00, άνευ απασχολήσεως προσωπικού, καταστημάτων πωλήσεως παντός είδους παλαιών αντικειμένων, εφόσον τα καταστήματα αυτά ευρίσκονται σε τόπους όπου εθιμικά γίνονται αγοραπωλησίες τέτοιων ειδών.
Κατ' εξαίρεση, με απόφαση του οικείου νομάρχη, μπορεί να επιτρέπεται η λειτουργία την Κυριακή και τις ημέρες αργίας ορισμένων καταστημάτων που εξυπηρετούν την τουριστική κίνηση σε αυστηρά οριοθετούμενες περιοχές δήμων και κοινοτήτων που έχουν ανακηρυχθεί ως τουριστικοί τόποι, μετά από σύμφωνη γνώμη του Υπουργείου Τουρισμού και των οικείων Επαγγελματικών Οργανώσεων εργοδοτών και εργαζομένων του νομού.
Αν εντός δέκα (10) ημερών από της αποστολής της σχετικής προσκλήσεως δεν γνωμοδοτήσουν το Υπουργείο Τουρισμού και οι παραπάνω φορείς, οι αποφάσεις των νομαρχών εκδίδονται και χωρίς τη γνώμη τους.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εργασίας και Τουρισμού καθορίζεται η λειτουργία καταστημάτων τουριστικών περιοχών κατά τις Κυριακές και αργίες σε περίπτωση διαφωνίας των ανωτέρω φορέων και στις περιπτώσεις που οι ρυθμίσεις αφορούν δύο ή περισσοτέρους νομούς.
Η λειτουργία των καταστημάτων και των εγκαταστάσεων στους χώρους των Κεντρικών Αγορών επιτρέπεται και τις Κυριακές και τις ημέρες αργίας, τηρουμένων των διατάξεων της κείμενης εργατικής νομοθεσίας. Με απόφαση των διοικητικών συμβουλίων των Κεντρικών Αγορών ρυθμίζονται το ωράριο, οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις λειτουργίας των καταστημάτων και εγκαταστάσεων του προηγούμενου εδαφίου και κάθε συναφές θέμα και αναγκαία λεπτομέρεια.
2. Η λειτουργία του καταστήματος σ' όλες τις ανωτέρω ώρες δεν είναι υποχρεωτική.
3. Σε κάθε κατάστημα πρέπει να υπάρχουν σε εμφανή μέρη πινακίδες που να αναγράφουν τις ώρες λειτουργίας του καταστήματος.
4. Με Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας μπορούν να καθορίζονται ζητήματα που αφορούν τις ημέρες εβδομαδιαίας απασχόλησης εργαζομένων στα καταστήματα για συνολικό εβδομαδιαίο συμβατικό ωράριο 40 ωρών.
5. Η ημέρα ανάπαυσης των εργαζομένων λόγω πενθημέρου καθορίζεται κυλιόμενη, εκτός εάν ρυθμίζεται διαφορετικά από άλλες διατάξεις ή με ατομική συμφωνία.
6. Οι μισθωτοί των καταστημάτων που λειτουργούν με διακεκομμένο ωράριο για όλες ή μερικές ημέρες της εβδομάδας δικαιούνται μεσημβρινής αναπαύσεως, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από τρεις ώρες.
7. Σε κάθε υπόχρεο, που παραβαίνει τις διατάξεις αυτού του άρθρου, καθώς και των διοικητικών πράξεων που εκδίδονται σε εφαρμογή του, επιβάλλεται φυλάκιση μέχρι ένα έτος κατόπιν μηνύσεως του τοπικά αρμόδιου επιθεωρητή εργασίας ή των αστυνομικών οργάνων. Επίσης επιβάλλεται και πρόστιμο από είκοσι πέντε χιλιάδες (25.000) έως πεντακόσιες χιλιάδες (500.000) δραχμές με αιτιολογημένη πράξη του επιθεωρητή εργασίας για κάθε παράβαση.
Η πράξη επιβολής προστίμου του επιθεωρητή εργασίας κοινοποιείται με απόδειξη στον παραβάτη, ο. οποίος καταβάλλει το πρόστιμο που επιβλήθηκε με κατάθεση του ποσού στο λογαριασμό του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (Α.Σ.Ε.), που τηρείται στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος.
Ο παραβάτης μπορεί, μέσα σε προθεσμία 20 ημερών από την κοινοποίηση, να προσφύγει στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια, κοινοποιώντας (ο προσφεύγων), επί ποινή απαράδεκτου, το δικόγραφο μέσα σε 10 ημέρες από κατάθεσή του στον επιθεωρητή εργασίας που επέβαλε το πρόστιμο.
Μετά την πάροδο της προθεσμίας για την άσκηση κοινοποίησης της προσφυγής, τα σχετικά έγγραφα διαβιβάζονται στη Δ.Ο.Υ. της έδρας της επιχείρησης, το ποσό του προστίμου βεβαιώνεται ως δημόσιο έσοδο, με την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου και αποδίδεται κατά μήνα υπέρ του λογαριασμού του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (Α.Σ.Ε.) του Υπουργείου Εργασίας.
Αν ασκηθεί δικαστική προσφυγή κατά της απόφασης επιβολής προστίμου, αναστέλλεται η βεβαίωση του προστίμου στη Δ.Ο.Υ. μέχρι την κοινοποίηση της οριστικής απόφασης επί της προσφυγής, η οποία πλέον συνιστά και τον τίτλο βεβαιώσεως του δημόσιου ταμείου.
Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.
Το πρόστιμο μπορεί να αναπροσαρμόζεται, όσον το ανώτατο όριο αυτού, με κανονιστική απόφαση του Υπουργού Εργασίας.
8. Από της ισχύος του παρόντος καταργούνται:
α) από το ν.δ. 1037/1971 οι υπό στοιχεία β', γ', δ' και ε' περιπτώσεις του άρθρου 1, η παράγραφος 2 του άρθρου 2, τα άρθρα 4, 5, 6 και η παρ. 1 του άρθρου 10. Οι διαταξεις του άρθρου 3 διατηρούνται σε ισχύ μόνο για την εφαρμογή του άρθρου 8 παρ. 1 και 3 του αυτού ν.δ/τος του παρόντος άρθρου,
β) από το άρθρο 1 της Π.Υ.Σ. 10/1988, που κυρώθηκε με το ν. 1788/1988, οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 και
γ) από το ν. 1788/1988 τα άρθρα δεύτερο και τέταρτο.
9. Η ισχύς του παρόντος αρχίζει δέκα ημέρες μετά τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.