Άρθρο 14. Κεντρική διοίκηση, νομική μορφή, όροι χορήγησης άδειας (άρθρα 17, 18, 20, 21 και Παράρτημα ΙΙΙ της Οδηγίας 2009/138/ΕΚ)
1. Η Εποπτική Αρχή χορηγεί άδεια λειτουργίας σε ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, εφόσον:
α) η επιχείρηση έχει την καταστατική της έδρα και την κεντρική της διοίκηση στην Ελλάδα.
β) Η επιχείρηση έχει τη μορφή της ανώνυμης εταιρείας ή, εφόσον πρόκειται για επιχείρηση ασφάλισης κατά ζημιών ή αντασφαλιστική επιχείρηση, και τη μορφή του αλληλασφαλιστικού συνεταιρισμού. Η επιχείρηση μπορεί να έχει επίσης τη μορφή ευρωπαϊκής εταιρείας όπως ορίζεται στον Κανονισμό Νο 2157/2001 (L.294/10.11.2011). Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, επεκτείνονται οι μορφές του παρόντος, και καθορίζονται όροι και προϋποθέσεις για την άσκηση ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών εργασιών από επιχειρήσεις του δημοσίου, ώστε να διασφαλίζεται η ισοδυναμία των όρων και προϋποθέσεων αυτών με τα οριζόμενα στον παρόντα νόμο.
γ) Η ασφαλιστική επιχείρηση έχει αποκλειστικό σκοπό δραστηριότητες ασφάλισης, καθώς και εργασίες που προκύπτουν άμεσα από αυτές, αποκλειόμενης οποιασδήποτε άλλης εμπορικής δραστηριότητας. Η αντασφαλιστική επιχείρηση έχει αποκλειστικό σκοπό δραστηριότητες αντασφάλισης και σχετιζόμενες εργασίες, συμπεριλαμβανομένης της απόκτησης συμμετοχών σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στο χρηματοοικονομικό τομέα κατά την έννοια της παραγράφου 8 του άρθρου 2 της Οδηγίας 2002/87/ΕΚ (L. 35/11.2.2003) ή της παραγράφου 8 του άρθρου 2 του ν. 3455/2006 (Α' 84). Κατά παρέκκλιση του προηγουμένου εδαφίου, η αντασφαλιστική επιχείρηση μπορεί να περιλαμβάνει στον σκοπό της επιπρόσθετες σχετικές της αντασφάλισης εργασίες, ενδεικτικά η παροχή στατιστικών ή αναλογιστικών συμβουλών, ανάλυση κινδύνων ή έρευνα για τους πελάτες της.
δ) Η επιχείρηση υποβάλλει στην Εποπτική Αρχή το καταστατικό της και πρόγραμμα δραστηριοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 16 του παρόντος.
ε) Η επιχείρηση παρέχει αποδείξεις στην Εποπτική Αρχή ότι:
εα) Διαθέτει επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια ώστε να καλύπτει το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης, όπως προβλέπεται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του παρόντος.
εβ) Είναι σε θέση να διαθέτει επιλέξιμα ίδια κεφάλαια ώστε να καλύπτουν πλήρως την Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας, όπως προβλέπεται στα άρθρα 76 ως 100 του παρόντος.
εγ) Είναι σε θέση να διαθέτει επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια ώστε να καλύπτουν την Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση, όπως προβλέπεται στα άρθρα 101 ως 103 του παρόντος.
στ) Η επιχείρηση αποδεικνύει ότι είναι σε θέση να συμμορφώνεται προς το σύστημα διακυβέρνησης κατά τα οριζόμενα στην Ενότητα 2 του Κεφαλαίου Δ' του παρόντος Μέρους.
ζ) Στην περίπτωση που η επιχείρηση καλύπτει κινδύνους του Κλάδου 10 «Αστική ευθύνη από χερσαία αυτοκίνητα οχήματα» (εξαιρουμένης της ασφάλισης ευθύνης του μεταφορέα), ενημερώνει την Εποπτική Αρχή για το όνομα και τη διεύθυνση όλων των αντιπροσώπων για τον διακανονισμό των ζημιών, που χρησιμοποιεί σε κάθε ένα από τα λοιπά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι οποίοι έχουν τις προϋποθέσεις και τα καθήκοντα που ορίζονται στο άρθρο 255 του παρόντος.
η) Πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις της κείμενης νομοθεσίας.
2. Για την επέκταση αδείας ασφαλιστικής επιχείρησης σε νέους κλάδους ή σε κινδύνους ενός κλάδου, ή αντασφαλιστικής επιχείρησης σε νέες εργασίες, η επιχείρηση υποβάλλει προς την Εποπτική Αρχή πρόγραμμα δραστηριοτήτων σύμφωνα με το άρθρο 16 και αποδεικνύει ότι διαθέτει τα επιλέξιμα ίδια κεφάλαια για την κάλυψη της Κεφαλαιακής Απαίτησης Φερεγγυότητας και της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης, όπως προβλέπεται στα άρθρα 76 και 101 του παρόντος.
3. Ασφαλιστική επιχείρηση που ασκεί δραστηριότητες ασφάλισης ζωής δύναται να ζητήσει τη χορήγηση άδειας για την επέκταση των δραστηριοτήτων της στους κινδύνους που ταξινομούνται στους Κλάδους 1 «Ατυχήματα» ή 2 «Ασθένειες» του άρθρου 4 του παρόντος, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 48 του παρόντος, εφόσον αποδεικνύει, επιπλέον των οριζομένων στην παράγραφο 2 του παρόντος, στην Εποπτική Αρχή ότι:
α) διαθέτει τα επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια ώστε να καλύπτει το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης για επιχειρήσεις ασφάλισης ζωής, καθώς και το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης για επιχειρήσεις ασφάλισης κατά ζημιών, όπως ορίζονται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του παρόντος,
β) αναλαμβάνει τη δέσμευση να ανταποκρίνεται στα ελάχιστα όρια οικονομικών υποχρεώσεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 49 του παρόντος και εντεύθεν.
4. Ασφαλιστική επιχείρηση που ασκεί μόνο δραστηριότητες ασφάλισης κατά ζημιών για τους κινδύνους που ταξινομούνται στους Κλάδους 1 «Ατυχήματα» ή 2 «Ασθένειες» του άρθρου 4 του παρόντος δύναται να ζητήσει τη χορήγηση άδειας για την επέκταση των δραστηριοτήτων της σε κινδύνους ασφάλισης ζωής, κατά τα αναφερόμενα στο άρθρο 48 του παρόντος, εφόσον αποδεικνύει, επιπλέον των οριζομένων στην παράγραφο 2 του παρόντος, στην Εποπτική Αρχή ότι:
α) Διαθέτει τα επιλέξιμα βασικά ίδια κεφάλαια ώστε να καλύπτει το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης για επιχειρήσεις ασφάλισης ζωής, καθώς και το κατώτατο όριο της Ελάχιστης Κεφαλαιακής Απαίτησης για επιχειρήσεις ασφάλισης κατά ζημιών, όπως αναφέρονται στην περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 102 του παρόντος,
β) αναλαμβάνει τη δέσμευση να ανταποκρίνεται στα ελάχιστα όρια οικονομικών υποχρεώσεων, που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 49 του παρόντος και εντεύθεν.
5. Οι ιδρυτές ή οι μέτοχοι της ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης παρέχουν όλες τις πληροφορίες, οι οποίες είναι αναγκαίες για να μπορέσει η Εποπτική Αρχή να αξιολογήσει ότι η επιχείρηση κατά το χρόνο που θα λάβει την άδεια λειτουργίας θα πληροί τις προϋποθέσεις για να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις διατάξεις του παρόντος νόμου.
6. Η άδεια λειτουργίας ασφαλιστικής και αντασφαλιστικής επιχείρησης, καθώς και κάθε επέκταση αυτής παρέχονται με αποφάσεις της Εποπτικής Αρχής που δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
7. Η διαδικασία για την έγκριση της τροποποίησης του καταστατικού των ασφαλιστικών και αντασφαλιστικών επιχειρήσεων διέπεται από τις ισχύουσες γενικές διατάξεις. Απαιτείται έγκριση της Εποπτικής Αρχής για την τροποποίηση που αφορά στο είδος των δραστηριοτήτων της επιχείρησης, καθώς και σε κάθε περίπτωση μείωσης ή αύξησης του μετοχικού κεφαλαίου αυτής, ή των αλληλασφαλιστικών μερίδων σε περίπτωση αλληλασφαλιστικών συνεταιρισμών, η οποία δεν καλύπτεται ολοσχερώς με μετρητά είτε οι πράξεις αυτές συνοδεύονται από τροποποίηση των καταστατικών διατάξεων είτε όχι.
Οι ασφαλιστικές και αντασφαλιστικές επιχειρήσεις γνωστοποιούν στην εποπτική αρχή τις τροποποιήσεις που δεν υπόκεινται σε έγκρισή της μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από τη λήψη της σχετικής απόφασης.
8. Με απόφαση της Εποπτικής Αρχής, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, εξειδικεύονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας και καθορίζονται τα έγγραφα που η επιχείρηση πρέπει να υποβάλλει στην Εποπτική Αρχή για την χορήγηση της άδειας λειτουργίας.