ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ. 4177/2013 Κανόνες ρύθμισης της αγοράς προϊόντων και της παροχής υπηρεσιών και άλλες διατάξεις

Τελευταία ενημέρωση σύμφωνα με το Ν.4504/29.11.2017
ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ
ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ
Αρ. Φύλλου 173
8 Αυγούστου 2013
Νόμος υπ΄ αριθμ. 4177
Κανόνες ρύθμισης της αγοράς προϊόντων και της παροχής υπηρεσιών και άλλες διατάξεις.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:

 

 

Με τον παρόντα νόμο ορίζονται κανόνες για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που διακινούνται, διατίθενται και παρέχονται στην ελληνική αγορά, από οικονομικούς φορείς που δραστηριοποιούνται στο στεγασμένο, υπαίθριο (πλανόδιο και στάσιμο) και από απόσταση εμπόριο.
Για συναλλαγές που αφορούν σε προϊόντα και υπηρεσίες από απόσταση, όπως το ηλεκτρονικό εμπόριο και άλλες μορφές, εφαρμόζονται επιπλέον οι διατάξεις του άρθρου 4 του ν. 2251/1994 (A' 191).
Τα οριζόμενα ισχύουν με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων που απορρέουν από την εθνική ή ενωσιακή νομοθεσία.
Από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου εξαιρούνται οι επιστημονικές υπηρεσίες που παρέχονται από τους ελεύθερους επαγγελματίες που προβλέπονται στο άρθρο 48 παρ. 1 του ν. 2238/1994 (Α' 151), καθώς και κάθε υπηρεσία τραπεζικής, πιστωτικής, ασφαλιστικής ή επενδυτικής φύσεως ή σχετική με ατομικές συντάξεις ή με πληρωμές.

Για την εφαρμογή του παρόντος νόμου ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α) «Προϊόν»: κάθε προϊόν βιομηχανικής κατασκευής, κάθε χημικό προϊόν και κάθε προϊόν που συνιστά τρόφιμο.

β) «Προσυσκευασμένο προϊόν»: κάθε προϊόν που έχει τοποθετηθεί σε συσκευασία οποιασδήποτε φύσεως, χωρίς την παρουσία του αγοραστή και με τρόπο που το περιεχόμενο της συσκευασίας δεν μπορεί να μεταβληθεί χωρίς φανερό άνοιγμα ή αλλοίωσή της.

γ) «Προϊόν εναρμονισμένου τομέα»: κάθε μη εδώδιμο βιομηχανικό προϊόν, του οποίου οι προδιαγραφές και οι όροι εμπορίας καθορίζονται από κοινοτική νομοθεσία εναρμόνισης.

δ) «Ανακαινισμένα ή μεταχειρισμένα ή μετασκευασμένα προϊόντα»: τα προϊόντα που μετά την αρχική τους πώληση έχουν υποστεί ανακαίνιση ή μετασκευή και πωλούνται εκ νέου.

ε) «Χημικά προϊόντα»:
αα) Ουσία: ένα χημικό στοιχείο και οι ενώσεις του σε φυσική κατάσταση, όπως λαμβάνονται από οποιαδήποτε διεργασία παρασκευής, συμπεριλαμβανομένου κάθε πρόσθετου που είναι απαραίτητο για τη διατήρηση της σταθερότητάς της και κάθε πρόσμειξης που προέρχεται από τη χρησιμοποιούμενη διεργασία, αποκλειόμενου κάθε διαλύτη που μπορεί να διαχωρισθεί, χωρίς να επηρεάσει τη σταθερότητα της ουσίας ή να μεταβάλει τη σύνθεσή της.
ββ) Μείγμα: ένα μείγμα ή διάλυμα που αποτελείται από δύο ή περισσότερες ουσίες.
γγ) Αντικείμενο: αντικείμενο, το οποίο κατά τη διαδικασία παραγωγής αποκτά ειδικό σχήμα, επιφάνεια ή σχεδιασμό που καθορίζει τη χρηστική λειτουργία του σε μεγαλύτερο βαθμό από ότι η χημική του σύνθεση.

στ) «Τρόφιμα» (ή «είδη διατροφής»): ουσίες ή προϊόντα, είτε αυτά έχουν υποστεί πλήρη ή μερική επεξεργασία είτε όχι, τα οποία προορίζονται για βρώση από τον άνθρωπο ή αναμένεται ευλόγως ότι θα χρησιμεύσουν για το σκοπό αυτόν.

ζ) «Επισήμανση τροφίμων»: οι μνείες, ενδείξεις, εμπορικά ή βιομηχανικά σήματα, εμπορικές ονομασίες, εικόνες ή σύμβολα που αναφέρονται σε ένα τρόφιμο και φέρονται σε κάθε συσκευασία, έγγραφο, πινακίδα, ετικέτα, δακτύλιο ή περιλαίμιο που συνοδεύουν ή αναφέρονται στο τρόφιμο αυτό.

η) «Προσυσκευασμένο τρόφιμο»: η μονάδα πωλήσεως που προορίζεται να παρουσιασθεί ως έχει στον τελικό καταναλωτή και στις μονάδες ομαδικής εστίασης και που αποτελείται από ένα τρόφιμο και τη συσκευασία, μέσα στην οποία έχει τοποθετηθεί πριν από την προσφορά του προς πώληση, εφόσον η συσκευασία αυτή το καλύπτει ολικά ή μερικά, αλλά κατά τρόπο που να μην είναι δυνατόν να τροποποιηθεί το περιεχόμενο, χωρίς να ανοιχτεί ή να τροποποιηθεί η συσκευασία.

θ) «Υπηρεσία»: κάθε μη μισθωτή οικονομική δραστηριότητα που παρέχεται κατά κανόνα έναντι αμοιβής από επιχείρηση ή φυσικό πρόσωπο, με την εξαίρεση των επιστημονικών υπηρεσιών του εδαφίου δ' του άρθρου 1 του παρόντος.

ι) «Ηλεκτρονική υπηρεσία»: οποιαδήποτε υπηρεσία της κοινωνίας των πληροφοριών, ήτοι κάθε υπηρεσία που συνήθως παρέχεται έναντι αμοιβής, με ηλεκτρονικά μέσα εξ αποστάσεως και κατόπιν προσωπικής επιλογής ενός αποδέκτη υπηρεσιών.
Για τους σκοπούς του παρόντος ορισμού, νοείται με τον όρο:
αα) Εξ αποστάσεως: υπηρεσία που παρέχεται χωρίς τα συμβαλλόμενα μέρη να είναι ταυτόχρονα παρόντα.
ββ) Με ηλεκτρονικά μέσα: υπηρεσία που παρέχεται στην αφετηρία της και γίνεται αποδεκτή στον προορισμό της μέσω εξοπλισμών ηλεκτρονικής επεξεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης ή αποθήκευσης δεδομένων και η οποία παρέχεται, διαβιβάζεται και λαμβάνεται εξ ολοκλήρου μέσω τηλεφωνικής γραμμής, ραδιοφωνικής μετάδοσης, οπτικής ίνας ή με άλλα ηλεκτρομαγνητικά μέσα.
γγ) Κατόπιν συγκεκριμένης παραγγελίας ενός αποδέκτη υπηρεσιών: υπηρεσία που παρέχεται με μετάδοση δεδομένων κατόπιν συγκεκριμένης παραγγελίας.

ια) «Εμπορικά έγγραφα»: έγγραφα με συγκεκριμένα στοιχεία μιας εμπορικής συναλλαγής, όπως εντολή ή παραγγελία, τιμολόγιο πώλησης ή απόδειξη παροχής υπηρεσιών, δελτίο αποστολής, πιστοποιητικό προέλευσης.

ιβ) «Κατασκευαστής, παραγωγός, παρασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει ή παράγει ή παρασκευάζει προϊόν ή που αναθέτει σε άλλους το σχεδιασμό ή την κατασκευή ή την παραγωγή ή την παρασκευή προϊόντος και διοχετεύει στην αγορά το προϊόν αυτό υπό την επωνυμία του ή το εμπορικό του σήμα.

ιγ) «Παρασκευαστής τροφίμων»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που παρασκευάζει, επεξεργάζεται, συσκευάζει, εισάγει από το εξωτερικό, συντηρεί, διατηρεί ή διαθέτει στην κατανάλωση τρόφιμα.

ιδ) «Εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ε-γκατεστημένο στην Ε. Ε. που διαθέτει προϊόν τρίτης χώρας στην κοινοτική αγορά.

ιε) «Διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά διαθέσιμο προϊόν στην αγορά.

ιστ) «Διάθεση»: η θέση για πρώτη φορά σε κυκλοφορία προϊόντος ή υπηρεσίας.

ιζ) «Υπεύθυνος διάθεσης»: κάθε φυσικό ή νομικό πρό-σωπο εγκατεστημένο στην Ελλάδα, το οποίο υπό την ιδιότητα του κατασκευαστή ή του εισαγωγέα ή του διανομέα διαθέτει προϊόν στην ελληνική αγορά.

ιθ) «Λιανεμπορική επιχείρηση» ή «Λιανοπωλητής»: η επιχείρηση ή το πρόσωπο που καθιστά διαθέσιμο προϊόν στον τελικό καταναλωτή.

κ) «Χονδρεμπορική επιχείρηση»: η επιχείρηση που προμηθεύεται προϊόντα από παραγωγούς ή παρασκευαστές και τα μεταπωλεί σε επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου.

κα) «Ποιότητα»: το σύνολο των στοιχείων και χαρακτηριστικών ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, που προδιαγράφουν την ικανότητά του ή την ικανότητά της να ικανοποιήσει προδιαγεγραμμένες ανάγκες.

Όποιος διακινεί προϊόντα ή παρέχει υπηρεσίες υποχρεούται να εξασφαλίζει την ορθή, έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση του καταναλωτή, η οποία μπορεί να επηρεάσει την αγοραστική του απόφαση, την ορθότητα της συναλλαγής, καθώς και όλους τους κανόνες υγιεινής και ασφάλειας. Με τις προβλεπόμενες στο άρθρο 4 αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας εξειδικεύονται οι παραπάνω υποχρεώσεις, καθώς και οι επιβαλλόμενες κυρώσεις.

1. Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ρυθμίζονται τα επί μέρους ζητήματα για την εφαρμογή του παρόντος νόμου και ειδικότερα το είδος και το περιεχόμενο του προστατευτέου αγαθού, η παραβατική συμπεριφορά, η πράξη ή η παράλειψη που βλάπτει τον καταναλωτή, ο τρόπος προστασίας της αγοράς, οι κανόνες λειτουργίας της αγοράς, τα χαρακτηριστικά των προϊόντων, οι προϋποθέσεις λειτουργίας των διαφόρων καταστημάτων και επιχειρήσεων, οι κυρώσεις σε περίπτωση παράβασης και κάθε άλλο θέμα που θα ανακύψει και σχετίζεται με την τήρηση των διατάξεων του παρόντος.

2. Οι αποφάσεις της παραγράφου 1 αποτελούν ενιαίο σύνολο με τον τίτλο: «Κανόνες Διακίνησης και Εμπορίας Προϊόντων και Παροχής Υπηρεσιών (Κανόνες ΔΙ.Ε.Π.Π.Υ.)» και κωδικοποιούνται ανά πενταετία.

3. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, κατόπιν γνώμης της Επιτροπής Ανταγωνισμού και εφόσον αυτό επιβάλλεται από λόγους δημοσίου συμφέροντος, μπορεί να καθορίζονται για συγκεκριμένες περιπτώσεις ανώτατες τιμές πώλησης προϊόντων σε επίπεδο χονδρικής ή λιανικής και παροχής υπηρεσιών, όταν εξ αντικειμένου δεν είναι εφικτό να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός.

Σε κάθε πώληση ο προμηθευτής οφείλει να παρέχει στον καταναλωτή γραπτώς στην ελληνική γλώσσα ή με σύμβολα διεθνώς καθιερωμένα σαφείς και πλήρεις οδηγίες για την ασφαλή χρήση, διατήρηση, συντήρηση και πλήρη αξιοποίηση του προϊόντος και ενημέρωση για τους κινδύνους κατά τη χρήση και διατήρησή του. Από την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου εξαιρούνται τα προϊόντα που είναι απλά κατά την κατασκευή, τη χρήση και τη συντήρησή τους, εφόσον για τα προϊόντα αυτά δεν παρέχονται από τον κατασκευαστή οδηγίες σε οποιαδήποτε γλώσσα.

1. Τα προσυσκευασμένα τρόφιμα που διατίθενται ως έχουν στον τελικό καταναλωτή επισημαίνονται σύμφωνα με το άρθρο 11 του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών, όπως ισχύει, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων επισήμανσης που προβλέπονται από ειδικές ενωσιακές ή εθνικές διατάξεις που ισχύουν για συγκεκριμένα τρόφιμα, όπως επίσης και τις γεωγραφικές ενδείξεις Προϊόντα Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης (ΠΟΠ) και Προϊόντα Γεωγραφικής Ένδειξης (ΠΓΕ). Για τη διασφάλιση του περιεχομένου των προσυσκευασμένων τροφίμων από οποιαδήποτε παρέμβαση, οι συσκευασίες πρέπει να είναι ασφαλισμένες από τον παραγωγό-συσκευαστή, έτσι ώστε οποιαδήποτε παρέμβαση στο περιεχόμενο να καθίσταται φανερή από την καταστροφή του συστήματος ασφαλείας ή χαρακτηριστικών στοιχείων επισήμανσης του παραγωγού-συσκευαστή.

2. Για τρόφιμα που δεν είναι προσυσκευασμένα και προσφέρονται στον τόπο λιανικής πώλησης για άμεση πώληση στον καταναλωτή ή σε μονάδες ομαδικής εστίασης, ως ελάχιστες ενδείξεις επί της πινακίδας ορίζονται:
α) Η ονομασία πώλησης ή το είδος του τροφίμου.
β) Η ποιότητα και η ποικιλία του είδους αυτού, εφόσον προβλέπονται από άλλες διατάξεις.
γ) Η χώρα καταγωγής ή ο τόπος προέλευσης του τροφίμου.
δ) Η τιμή ανά μονάδα μέτρησης, όπως αυτή καθορίζεται με τις αποφάσεις του άρθρου 4.

3. Τα λοιπά προϊόντα, πλην τροφίμων που διατίθενται για τελική κατανάλωση, πρέπει να φέρουν τις ενδείξεις του προϊόντος, κατασκευαστή ή παρασκευαστή ή παραγωγού, εισαγωγέα, διανομέα, υπεύθυνου διάθεσης.

1. Σε όλα τα προϊόντα που διατίθενται για κατανάλωση είτε εντός του καταστήματος είτε από υπαίθριους πωλητές τοποθετούνται πινακίδες λιανικής πώλησης με τις κάθε φορά απαιτούμενες ενδείξεις.

2. Η πινακίδα με τις απαιτούμενες ενδείξεις τοποθετείται επί ή στο σημείο του πωλούμενου προϊόντος και πρέπει να είναι άμεσα αντιληπτή και απόλυτα εμφανής στον καταναλωτή. Όλες οι ενδείξεις αναγράφονται υποχρεωτικά στην ελληνική γλώσσα, με ευδιάκριτα και ευανάγνωστα στοιχεία και με τέτοιο τρόπο, ώστε να καθίστανται άμεσα ορατές και αντιληπτές από τον καταναλωτή. Ειδικά η τελική τιμή πώλησης πρέπει να είναι με έντονη γραφή (bold).

3. Η πινακίδα που φέρει τις απαιτούμενες πληροφορίες δεν πρέπει να καταστρέφεται για οποιονδήποτε λόγο ούτε να παραποιούνται, αλλοιώνονται ή αφαιρούνται οι αναγραφόμενες σε αυτήν ενδείξεις.

4. Τα διατιθέμενα προϊόντα, προσυσκευασμένα ή μη, πρέπει να εκτίθενται κατά τρόπο διακριτό, ώστε η διαφοροποίηση κάθε είδους να γίνεται άμεσα αντιληπτή από τον καταναλωτή, με βάση τις αναγραφόμενες ενδείξεις στην αντίστοιχη πινακίδα.

1. Η αγοραπωλησία όλων των προσυσκευασμένων προϊόντων γίνεται με βάση την καθαρή ποσότητα περιεχομένου. Στην καθαρή ποσότητα δεν συνυπολογίζονται τυχόν πρόσθετα μέσα συσκευασίας που περιέχονται στον κύριο περιέκτη.

2. Τα προϊόντα χύδην επιτρέπεται να πωλούνται σε μικτό βάρος υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται από τις αποφάσεις του άρθρου 4.

1. Επιχειρήσεις που παρέχουν κάθε μορφής υπηρεσίες προς τους πελάτες τους υποχρεούνται να αναρτούν σταθερά τιμοκατάλογο σε ορατό από τον πελάτη σημείο του καταστήματος ή γραφείου τους, στον οποίο αναγράφονται οι τιμές των υπηρεσιών που παρέχουν.

2. Οι ανωτέρω επιχειρήσεις υποχρεούνται να αναγράφουν στα τιμολόγια ή στις αποδείξεις (εκτός των αποδείξεων ταμειακών μηχανών) που εκδίδουν, ξεχωριστά για καθεμία παρεχόμενη υπηρεσία την αντίστοιχη αμοιβή που εισπράττουν προ και μετά ΦΠΑ.

1. Πρακτικές επικοινωνίας με σκοπό την ενημέρωση του καταναλωτή ή την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών πρέπει να γίνονται με τρόπο τέτοιο, ώστε ο καταναλωτής να είναι σε θέση να αντιληφθεί όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες πριν προβεί σε αγορά προϊόντος ή υπηρεσίας.

2. Κατά την πώληση προϊόντων και παροχή υπηρεσιών και υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών (ΚΦΑΣ), του Ποινικού Κώδικα και του ν. 2523/1997 (Α' 179), ο καταναλωτής δεν υποχρεούται να καταβάλει το αντίτιμο, εάν δεν λάβει το νόμιμο παραστατικό στοιχείο, όπως αυτό ορίζεται στις οικείες διατάξεις.

3. Στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος νόμου υπάγονται οι προωθητικές ενέργειες, οι εκπτώσεις και οι προσφορές και οι τιμοκατάλογοι παροχής υπηρεσιών.

4. Νέο αγαθό ή υπηρεσία θεωρείται εκείνο που διαφέρει ουσιωδώς από άλλο αγαθό ή υπηρεσία. Η διαφορά από άλλα προϊόντα που διαθέτει ή υπηρεσίες που παρέχει η επιχείρηση μπορεί να αφορά αθροιστικά ή διαζευκτικά τα ακόλουθα στοιχεία:
α) τη σύνθεση παραγωγής ή παροχής, β) το κόστος παραγωγής ή παροχής, γ) την ποιότητα, δ) τις ιδιότητες και ε) τη χρήση.
Η αλλαγή της ονομασίας ή του κωδικού αριθμού περι-γραφής, καθώς επίσης και η αλλαγή συσκευασίας αγαθού δεν χαρακτηρίζει το είδος ως νέο.

Κάθε τρόπος αποθήκευσης τροφίμων, συμπεριλαμβανομένης και της ψύξης ή κατάψυξης, γίνεται με τρόπο που εξασφαλίζει τους κανόνες υγιεινής και την προστασία του καταναλωτικού κοινού.

Ο κάθε είδους προμηθευτής έχει την υποχρέωση να γνωστοποιεί τις τιμές πώλησης των προϊόντων του στον εκάστοτε ενδιαφερόμενο αγοραστή, εφόσον ζητηθεί, με κάθε πρόσφορο έγγραφο μέσο.

Κατά τη διακίνηση και εμπορία προϊόντων ή την αποτίμηση παρεχόμενης υπηρεσίας εκδίδονται όλα τα νόμιμα παραστατικά. Στα εκδιδόμενα τιμολόγια αναγράφονται με ευκρινή στοιχεία όσα προβλέπονται στις κείμενες διατάξεις. Επίσης, αναγράφονται η συνολική ποσότητα και αξία, η ποιότητα, όπου αυτό επιβάλλεται από τις κείμενες διατάξεις, η προέλευση και η επωνυμία του είδους, εφόσον υπάρχει. Η χώρα προέλευσης, αν δεν προβλέπεται από άλλες διατάξεις, απαιτείται μόνο για προϊόντα που προέρχονται από χώρες εκτός Ε.Ε..

Όλα τα μη αυτόματα όργανα ζύγισης, καθώς και όλα τα λοιπά όργανα μέτρησης που υπόκεινται σε νόμιμο έλεγχο, συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της έγκρισης τύπου ΕΚ ή της εθνικής έγκρισης κυκλοφορίας αυτών.
Τα μη αυτόματα όργανα ζύγισης συ μμ ορφώνονται με τις απαιτήσεις της κοινής υπουργικής απόφασης υπ' αριθμ. Φ2-1347/2013 (Β' 1392), όπως κάθε φορά ισχύει, και τα λοιπά όργανα μέτρησης συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της κοινής υπουργικής απόφασης υπ' αριθμ. Φ2-1393/2007 (Β' 521), όπως κάθε φορά ισχύει.

1. Ως τακτικές και ενδιάμεσες εκπτωτικές περίοδοι, κατά τη διάρκεια των οποίων επιτρέπεται η πώληση εμπορευμάτων ή η παροχή υπηρεσιών με μειωμένες τιμές, ορίζονται οι εξής:
α) τακτικές εκπτώσεις:
αα) από τη δεύτερη Δευτέρα του Ιανουαρίου μέχρι το τέλος του Φεβρουάριου και
αβ) από τη δεύτερη Δευτέρα του Ιουλίου μέχρι το τέλος του Αυγούστου,
β) ενδιάμεσες εκπτωτικές περίοδοι:
βα) το πρώτο δεκαπενθήμερο του Μαΐου και
ββ) το πρώτο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου.
Οι ενδιάμεσες εκπτωτικές περίοδοι μπορούν να μεταβάλλονται σε κάθε Περιφερειακή Ενότητα με απόφαση του οικείου Αντιπεριφερειάρχη, η οποία εκδίδεται μετά από γνώμη των εμπορικών συλλόγων και των επαγγελματικών οργανώσεων της Περιφερειακής Ενότητας και δημοσιεύεται έως την 1η Δεκεμβρίου του έτους που προηγείται της εφαρμογής των ενδιάμεσων εκπτωτικών περιόδων. Οι κατά το προηγούμενο εδάφιο οριζόμενες εκπτωτικές περίοδοι διαρκούν συνολικά τριάντα (30) ημέρες ετησίως και περιλαμβάνουν τουλάχιστον δύο Κυριακές. Η παρούσα παράγραφος δεν εφαρμόζεται στις πωλήσεις αυτοκινήτων.

2. Οι προσφορές ορισμένης ποσότητας προϊόντων ή ορισμένης κατηγορίας προϊόντων, όπως έχουν οριστεί στην παράγραφο 2Α του Παραρτήματος Ι της υπ' αρίθμ. 56885/2014 Υπουργικής Απόφασης «Κώδικας δεοντολογίας για την προστασία του καταναλωτή κατά τις προσφορές, τις εκπτώσεις και τις προωθητικές ενέργειες» (Β' 3107) πραγματοποιούνται καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, χωρίς υποχρέωση προηγούμενης γνωστοποίησης. Κατά τη διενέργεια των προσφορών θα πρέπει να αναγράφονται ευκρινώς, στα σημεία όπου πωλούνται τα προσφερόμενα προϊόντα, η αρχική και η νέα μειωμένη τιμή των προϊόντων, με αναφορά στην κατάλληλη μονάδα μέτρησης ανά προϊόν (βάρος, όγκος, τεμάχιο κ.λπ.). Σε κάθε περίπτωση δεν επιτρέπεται η προσφορά ειδών των οποίων η ποσότητα υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) του συνόλου των ειδών που διαθέτει κάθε κατάστημα. Ως είδος στο προηγούμενο εδάφιο νοείται ο κάθε κωδικός προϊόντος που πωλείται στην επιχείρηση.

3. Με απόφαση του οικείου Αντιπεριφερειάρχη, μετά από γνώμη των δήμων, των εμπορικών και επαγγελματικών οργανώσεων της οικείας Περιφερειακής Ενότητας, δύναται να ορίζεται μία περίοδος προσφορών ανά δύο έτη, με μέγιστη χρονική διάρκεια ένα μήνα, κατά την οποία επιτρέπεται η προσφορά του συνόλου των ειδών που διαθέτει κάθε κατάστημα.

4. Επιτρέπονται οι προσφορές συγκεκριμένων προϊόντων ή προϊόντων ορισμένης κατηγορίας, για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί τις δέκα (10) συνεχόμενες ημέρες, εφόσον αναγράφονται ευκρινώς η παλαιά και η νέα τιμή των προϊόντων σε εμφανή σημεία του καταστήματος και οπωσδήποτε στα σημεία όπου εκτίθενται τα προσφερόμενα προϊόντα. Κατ' εξαίρεση, το χρονικό διάστημα των προσφορών από εκθέσεις αυτοκινήτων δεν μπορεί να υπερβεί τις εξήντα (60) ημέρες.
Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στις προσφορές προϊόντων παντοπωλείου.

5. Σε κάθε περίπτωση απαγορεύεται η προσφορά ειδών, των οποίων η ποσότητα υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατό (50%) του συνόλου των ειδών που διαθέτει το κατάστημα. Ως είδος στο προηγούμενο εδάφιο νοείται ο κάθε κωδικός προϊόντος που πωλείται στην επιχείρηση.

6. Ο υπεύθυνος κάθε εμπορικού καταστήματος οφείλει να ανακοινώνει με τηλεομοιοτυπία (fax) ή με ηλεκτρονική αλληλογραφία (e-mail) στο Παρατηρητήριο Τιμών της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας τις προσφορές που προτίθεται να κάνει, τουλάχιστον μία (1) ημέρα πριν από την έναρξή τους. Στην ανακοίνωση αναφέρονται τα προσφερόμενα προϊόντα και η χρονική διάρκεια της προσφοράς. Την ίδια ανακοίνωση υποχρεούται να αναρτήσει στην ιστοσελίδα του καταστήματος στο διαδίκτυο και δύναται να κοινοποιήσει με κάθε πρόσφορο τρόπο στον οικείο Εμπορικό Σύλλογο.

7. Εντός έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας μετά από διαβούλευση με τους συλλογικούς φορείς της αγοράς, εκδίδεται Κώδικας Δεοντολογίας για την προστασία του καταναλωτή κατά τις προσφορές και εκπτώσεις και τις προωθητικές ενέργειες, ιδίως σε ό,τι αφορά την ενημέρωση του κοινού, τις αναγραφόμενες τιμές, τη διάρκεια των προσφορών, την ποσότητα και τα χαρακτηριστικά των προσφερόμενων ειδών, τις συνέπειες παράβασής του και κάθε σχετική λεπτομέρεια. Με όμοια απόφαση καθορίζεται η χρονική περίοδος κατά την οποία τα εποχικά είδη μπορούν να προσφέρονται σε μειωμένη τιμή, καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού των καταστημάτων πώλησης αποθεμάτων (stock) και των εκπτωτικών καταστημάτων (outlet) και η πώληση εμπορευμάτων από τα καταστήματα αυτά.

1. Επιτρέπεται προαιρετικά η λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων τις εξής Κυριακές:
α) Την πρώτη Κυριακή κατά την έναρξη εκάστης τακτικής εκπτωτικής περιόδου της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του παρόντος νόμου. Σε περίπτωση που η πρώτη Κυριακή συμπίπτει με επίσημη αργία, η δυνατότητα μετατίθεται την επόμενη Κυριακή.
β) Τις δύο (2) Κυριακές πριν από την ημέρα των Χριστουγέννων.
γ) Την Κυριακή των Βαΐων.
δ) Την τελευταία Κυριακή κάθε έτους.
ε) Δύο Κυριακές κατά τη διάρκεια των ενδιάμεσων εκπτωτικών περιόδων, που καθορίζονται με απόφαση του οικείου Αντιπεριφερειάρχη σύμφωνα με την περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 15 του παρόντος. Στις περιφερειακές ενότητες στις οποίες η ως άνω απόφαση δεν έχει εκδοθεί, επιτρέπεται η λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων την πρώτη Κυριακή του Μαΐου και την πρώτη Κυριακή του Νοεμβρίου. Σε περίπτωση που η πρώτη Κυριακή συμπίπτει με επίσημη αργία, η δυνατότητα μετατίθεται την επόμενη Κυριακή.

1Α. Επιπλέον, επιτρέπεται η προαιρετική λειτουργία εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές την περίοδο από το μήνα Μάιο έως και το μήνα Οκτώβριο, εκτός από τη δεύτερη Κυριακή του μήνα Αυγούστου, στις εξής περιοχές:
α) Στο Δήμο Αθηναίων, και
β) σε περιοχές του Δήμου Πειραιά, της Περιφερειακής Ενότητας Νοτίου Τομέα Αθηνών, του ιστορικού κέντρου Θεσσαλονίκης, όπως ορίζεται στην Υπουργική Απόφαση 3046/51009/1994 (Β’ 833), και στην περιοχή γύρω από τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών.
Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Ανάπτυξης ορίζονται τα συγκεκριμένα όρια των περιοχών της περιπτ. β’ λαμβανομένης υπόψη της εμπορικής δραστηριότητας της κάθε περιοχής.
Σε περίπτωση που η δεύτερη Κυριακή του Αυγούστου συμπίπτει με επίσημη αργία, η εξαίρεση του πρώτου εδαφίου μετατίθεται την προηγούμενη Κυριακή.

2. Με αιτιολογημένη απόφαση του κατά τόπον αρμόδιου Αντιπεριφερειάρχη η οποία εκδίδεται μετά από διαβούλευση με τοπικούς και συλλογικούς φορείς και ισχύει από το επόμενο έτος από τη δημοσίευσή της, ορίζονται με σαφή τρόπο οι περιοχές, στις οποίες επιτρέπεται προαιρετικά η λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων και άλλες Κυριακές, πλην των αναφερομένων στις παρ. 1 και 1Α, λαμβανομένων υπόψη των τοπικών ιδιαιτεροτήτων που σχετίζονται με την οικονομική δραστηριότητα της περιοχής. Η απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη δύναται να αναθεωρείται ετησίως κατά το μήνα Δεκέμβριο και ισχύει για το επόμενο έτος από τη δημοσίευση της. Σε περίπτωση μη έκδοσης απόφασης διατηρείται σε ισχύ η προηγούμενη ρύθμιση μέχρι την αντικατάστασή της από νεότερη.

3. α. Με την επιφύλαξη των ειδικώς οριζομένων για τα καταστήματα που αναφέρονται στο άρθρο 42 του ν. 1892/1990 (Α' 101) και στο άρθρο 14 του ν. 2194/1994 (Α'34), κατά τη λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου, εφαρμόζεται το πλαίσιο του ωραρίου του άρθρου 23 του ν. 2224/1994, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 3377/2005 (Α' 202).
β. Το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 23 του ν. 2224/1994, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 3377/2005, αντικαθίσταται ως εξής:
«Το ανωτέρω πλαίσιο ωραρίου καθορίζεται για τις καθημερινές ημέρες μέχρι την 21:00 ώρα, το Σάββατο μέχρι την 20:00 ώρα και την Κυριακή από ώρα 11:00 έως ώρα 20:00.»

4. α) Επιτρέπεται η απασχόληση των εργαζομένων σε εμπορικά καταστήματα που λειτουργούν σύμφωνα με τα ανωτέρω. Η απασχόληση των εργαζομένων στις περιπτώσεις αυτές είναι νόμιμη και αμείβεται σύμφωνα με τις κοινές διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας που ορίζουν πρόσθετη αμοιβή για εργασία κατά τις Κυριακές.
Στους εργαζόμενους που θα απασχοληθούν κατά τις Κυριακές της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 δύναται να χορηγηθεί η αναπληρωματική ανάπαυση σε εργάσιμη ημέρα της εβδομάδας που προηγείται των Κυριακών αυτών.
β) Η ισχύς της παρούσας αρχίζει από την ψήφισή της από την Βουλή των Ελλήνων.

5. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας που εκδίδεται μετά από διαβούλευση με τοπικούς και συλλογικούς φορείς ορίζονται τρεις (3) τουριστικές περιοχές, όπου επιτρέπεται πιλοτικά για ένα (1) έτος η προαιρετική λειτουργία των εμπορικών καταστημάτων και τις υπόλοιπες Κυριακές, πέραν των αναφερομένων στην παράγραφο 1 του παρόντος χωρίς τη συνδρομή των προϋποθέσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος και χωρίς να απαιτείται απόφαση του Αντιπεριφερειάρχη. Με όμοια απόφαση μπορεί να ορίζεται ο φορέας παρακολούθησης της δράσης για την εξαγωγή συγκριτικών συμπερασμάτων και κάθε άλλη λεπτομέρεια.

1. Αρμόδιες υπηρεσίες για τον έλεγχο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος και των κατ' εξουσιοδότησή τους εκδιδομένων υπουργικών αποφάσεων, πλην των αναφερομένων στα αντικείμενα του επίσημου ελέγχου τροφίμων, είναι:
α) Οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
β) Οι υπηρεσίες της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
γ) Οι υπηρεσίες Γενικής Γραμματείας Βιομηχανίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
δ) Οι Διευθύνσεις Ανάπτυξης των Περιφερειών.
ε) Οι Οργανισμοί Λαϊκών Αγορών Αττικής και Θεσσαλονίκης, όσον αφορά τους χώρους λειτουργίας των Λαϊκών Αγορών και Λαϊκών Αγορών Προϊόντων Βιολογικής Γεωργίας.
στ. Οι Υπηρεσίες του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής, στη ζώνη δικαιοδοσίας τους. Με απόφαση του Υπουργού Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, καθορίζονται οι όροι και προϋποθέσεις σφράγισης και αποσφράγισης των καταστημάτων ή επιχειρήσεων υγειονομικού ενδιαφέροντος που λειτουργούν εντός χερσαίων ζωνών λιμένων ή εντός θαλασσοπλοούντων πλοίων ή πλωτών ναυπηγημάτων ή μονίμως αγκυροβολημένων πλοίων, τα οποία βρίσκονται σε περιοχές αρμοδιότητας του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής, όπως αυτές προσδιορίζονται στην παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 4150/2013. Εξαιρούνται οι τουριστικοί λιμένες στους οποίους εφαρμόζεται η κείμενη νομοθεσία.
ζ) Οι Υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους.
η) Η Ειδική Γραμματεία του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.)

2. Ειδικά για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου και των κατ' εξουσιοδότησή τους εκδιδομένων υπουργικών αποφάσεων σχετικά με τη νομοθεσία περί τροφίμων, αρμόδιοι φορείς είναι οι Κεντρικές Αρμόδιες Αρχές και οι Αρμόδιες Αρχές που προβλέπονται από την κείμενη εθνική νομοθεσία. Ειδικά για τα τρόφιμα που υπόκεινται σε Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, αρμόδιος φορέας ελέγχου είναι το Γενικό Χημείο του Κράτους.

3. Οι ποινικές και διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται σε επιχειρήσεις που δεν συμμορφώνονται με τη νομοθεσία περί τροφίμων καθορίζονται από τις διατάξεις των ειδικότερων περί ελέγχου τροφίμων νόμων και των σχετικών κανονιστικών πράξεων που έχουν θεσπίσει οι Κεντρικές Αρμόδιες Αρχές.

4. Διατάξεις που αφορούν τις διοικητικές κυρώσεις που επιβάλλονται από το Γενικό Χημείο του Κράτους διατηρούνται σε ισχύ.

5. Οι κυρώσεις που επιβάλλονται δυνάμει του παρόντος νόμου δεν θίγουν ειδικότερα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται από τα αρμόδια όργανα μέσω πράξεων βεβαίωσης παράβασης κατά τον έλεγχο στους χώρους του υπαίθριου εμπορίου (πλανόδιου και στάσιμου), των λαϊκών αγορών και των λαϊκών αγορών προϊόντων βιολογικής γεωργίας, καθώς και τις κυρώσεις που επιβάλλονται από τους Οργανισμούς Λαϊκών Αγορών που λειτουργούν στη χώρα.

1. Κατά τη διενέργεια των ελέγχων, οι αρμόδιοι υπάλληλοι έχουν καθήκοντα ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Οι αρμοδιότητες που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 39 του ν. 3959/2011 (Α' 93) εφαρμόζονται αναλόγως.

2. Στην περίπτωση που οι υπάλληλοι που διενεργούν τον έλεγχο διαπιστώσουν ενδείξεις τέλεσης παράβασης, για την οποία δεν έχουν αρμοδιότητα επιβολής κύρωσης, υποχρεούνται να ενημερώσουν προς τούτο αμέσως τις εκάστοτε αρμόδιες αρχές.

3. Οι αρμόδιες αρχές για την άσκηση ελέγχων δύνανται να επιθεωρούν οποιονδήποτε χώρο όπου παρέχονται υπηρεσίες ή παράγονται, αποθηκεύονται, διακινούνται, διατίθενται στην αγορά ή εκτίθενται προϊόντα που προορίζονται για διάθεση στον καταναλωτή και να προβαίνουν σε σχετικούς ελέγχους.

4. Για την είσοδο στις εγκαταστάσεις παροχής υπηρεσιών ή παραγωγής, αποθήκευσης, διακίνησης και διάθεσης των προϊόντων των ελεγχομένων, τα αρμόδια όργανα ελέγχου οφείλουν να επιδεικνύουν τα σχετικά διοικητικά και άλλα έγγραφα των αρμόδιων αρχών εποπτείας της αγοράς που αποδεικνύουν τις σχετικές εντολές ελέγχου.

5. Οι ελεγχόμενοι υποχρεούνται σε κάθε περίπτωση να παρέχουν συνδρομή στα αρμόδια ελεγκτικά όργανα κατά την εκτέλεση του έργου τους.

6. Στο πλαίσιο των ελέγχων, οι αρμόδιοι υπάλληλοι δύνανται να λαμβάνουν άνευ ανταλλάγματος δείγματα από όλα τα ελεγχόμενα προϊόντα για περαιτέρω διεξαγωγή εργαστηριακών ελέγχων και για τη διαπίστωση της συμμόρφωσής τους προς την κείμενη νομοθεσία. Όλα τα δείγματα που λαμβάνονται για τους σκοπούς των ελέγχων παρόντων των ελεγχομένων επισημαίνονται και σφραγίζονται μονοσήμαντα από τα αρμόδια όργανα προκειμένου να σταλούν για περαιτέρω εργαστηριακό έλεγχο.

7. Κατά τη δειγματοληψία συντάσσεται Πρωτόκολλο Δειγματοληψίας από τους ελεγκτές, το οποίο περιέχει τουλάχιστον:
α) τα στοιχεία της επιχείρησης όπου ελήφθησαν τα δείγματα,
β) στοιχεία του προϊόντος επαρκή για να εξασφαλίζεται η ιχνηλασιμότητα του δείγματος και συνολική ποσότητα που δειγματίστηκε,
γ) ευρήματα ή παρατηρήσεις που προέκυψαν κατά τον επιτόπιο έλεγχο που διενεργήθηκε,
δ) υπογραφές από τους ελεγκτές και τον ελεγχθέντα,
ε) ενυπόγραφη δήλωση του υπευθύνου της επιχείρησης όπου λαμβάνεται το δείγμα, στην οποία αποδέχεται τη συσχέτιση του δείγματος με το τιμολόγιο αγοράς, το οποίο παραδίδει στους υπαλλήλους που διενεργούν τη δειγματοληψία.

8. Για τον τρόπο λήψης του δείγματος, την ποσότητα αυτού, τη μέθοδο σφράγισης και επισήμανσης, τα σχετικά με τη διασφάλιση της ταυτότητας του δείγματος και κάθε λεπτομέρεια που αφορά τη δειγματοληψία εφαρμόζονται οι ισχύουσες κατά περίπτωση διατάξεις ή τα προβλεπόμενα από τα ισχύοντα για κάθε προϊόν πρότυπα, καθώς και από τα προγράμματα ελέγχου που καταρτίζουν οι αρμόδιες αρχές. Σε κάθε περίπτωση, με την επιφύλαξη ειδικότερων διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας για τα τρόφιμα ο αριθμός των λαμβανομένων δειγμάτων και η ποσότητα κάθε δείγματος πρέπει να είναι ισόποσα, εύλογα και επαρκή:
α) για την πρώτη εργαστηριακή εξέταση, β) για τη δεύτερη, αν ασκηθεί έφεση κατά του αποτελέσματος της πρώτης εργαστηριακής εξέτασης από τους οικονομικούς φορείς, και
γ) για την τρίτη εργαστηριακή εξέταση, σε περίπτωση ασυμφωνίας των αποτελεσμάτων μεταξύ πρώτης και δεύτερης εργαστηριακής εξέτασης.

9. Οι εργαστηριακοί έλεγχοι προϊόντων διενεργούνται σε διαπιστευμένα ή κοινοποιημένα ή αναγνωρισμένα ή εγκεκριμένα κατά περίπτωση εργαστήρια, όπως ορίζεται στην κείμενη νομοθεσία.

10. Η πρώτη εργαστηριακή εξέταση των προϊόντων που ελήφθησαν από τα εντεταλμένα ελεγκτικά όργανα γίνεται με μέριμνα και δαπάνη της αρμόδιας αρχής. Αν δεν υπάρχει διαθέσιμος ή πλήρης τεχνικός φάκελος για το δειγματιζόμενο προϊόν, μολονότι αυτό επιβάλλεται από τις ισχύουσες διατάξεις, βαρύνεται με το κόστος της πρώτης εξέτασης ο ελεγχόμενος.

11. Αν από τα αποτελέσματα της πρώτης εργαστηριακής εξέτασης προκύπτει ότι το δειγματισθέν προϊόν δεν πληροί τις προϋποθέσεις που απαιτεί η σχετική νομοθεσία, ο ελεγχόμενος, αφού ενημερωθεί αρμοδίως, μπορεί να ασκήσει έφεση κατά των αποτελεσμάτων της πρώτης εργαστηριακής εξέτασης, εντός προθεσμίας δύο (2) εργάσιμων ημερών. Το κόστος της δεύτερης (κατ' έφεση) εργαστηριακής εξέτασης βαρύνει τον ελεγχόμενο.

12. Στις περιπτώσεις που προκύπτουν διαφορές στα αποτελέσματα της πρώτης και δεύτερης (κατ' έφεση) εξέτασης, διενεργείται υποχρεωτικά από την αρμόδια αρχή με δαπάνες της και τρίτη εργαστηριακή εξέταση σε διαφορετικό εργαστήριο.

13. α) Στην περίπτωση που ο εργαστηριακός έλεγχος διενεργείται από Υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους (ΓΧΚ), εφαρμόζονται οι ειδικότερες διατάξεις περί δειγματοληψίας, χημικών εξετάσεων, γνωματεύσεων και ευαλλοίωτων δειγμάτων που προβλέπονται από τα οικεία άρθρα του Κώδικα Τροφίμων και Ποτών και τις σχετικές Αποφάσεις του Ανωτάτου Χημικού Συμβουλίου (ΑΧΣ).
β) Επιπλέον, για τα δείγματα τα οποία εξετάζονται στις Υπηρεσίες του Γενικού Χημείου του Κράτους, ο κύριος του είδους ή αυτός από τον οποίο αγόρασε το είδος τρίτος, μπορεί να υποβάλει έφεση στη δειγματίσασα αρχή, κατά του αποτελέσματος της πρώτης εξέτασης, εντός της οριζόμενης στην παράγραφο 11 προθεσμίας. Η κατ' έφεση εξέταση εκτελείται από άλλο χημικό του ΓΧΚ, με δυνατότητα παράστασης εκπροσώπου του ενδιαφερομένου, κατά τα οριζόμενα στο οικείο άρθρο του ΚΤΠ σχετικά με τις κατ' έφεση εξετάσεις. Ο εκπρόσωπος του ενδιαφερομένου μπορεί να είναι Χημικός ή Χημικός Μηχανικός ή Κτηνίατρος ή Γεωπόνος ή Βιολόγος ή Τεχνολόγος Τροφίμων ΤΕΙ ή Οινολόγος ΤΕΙ, ανάλογα με το είδος της εργαστηριακής εξέτασης, κατά τα οριζόμενα στο οικείο άρθρο του ΚΤΠ σχετικά με τις κατ' έφεση εξετάσεις. Η αίτηση για έφεση διαβιβάζεται από τη δειγματίσασα αρχή στην αρμόδια υπηρεσία του ΓΧΚ, συνοδευόμενη από διπλότυπο είσπραξης παραβόλου, το οποίο καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Προκειμένου περί ευαλλοίωτων τροφίμων, οι Υπηρεσίες του ΓΧΚ προβαίνουν αυτεπάγγελτα στην εξέταση του δεύτερου (κατ' έφεση) δείγματος, εκτός αν ρητά αναγράφεται στο πρωτόκολλο δειγματοληψίας ότι ο ενδιαφερόμενος δεν επιθυμεί έφεση, τηρουμένων των διαδικασιών που προβλέπονται στο οικείο άρθρο του ΚΤΠ.
γ) Στις περιπτώσεις όπου υπάρχει: γα) διαφορά αποτελέσματος ή γνωμάτευσης μεταξύ της πρώτης και της κατ' έφεση εξέτασης στο Γενικό Χημείο του Κράτους ή γβ) διαφωνία του ως άνω οριζόμενου εκπροσώπου του ενδιαφερομένου με το αποτέλεσμα ή τη γνωμάτευση του Γενικού Χημείου του Κράτους, αποφαίνεται το Ανώτατο Χημικό Συμβούλιο περί της κανονικότητας του δείγματος, με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο σχετικό άρθρο του ΚΤΠ για τις κατ' έφεση εξετάσεις, με την επιφύλαξη ειδικών αποφάσεων του ΑΧΣ.

1. Με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων του άρθρου 20 του παρόντος νόμου, όποιος παρεμποδίζει τον ασκούμενο έλεγχο ή αρνείται με οποιονδήποτε τρόπο να παραδώσει στους αρμόδιους υπαλλήλους οποιοδήποτε στοιχείο απαραίτητο για τη διεξαγωγή του ελέγχου, όπως ιδίως τα τιμολόγια αγοραπωλησίας ή άλλα έγγραφα, τιμωρείται με φυλάκιση. Παρεμπόδιση ελέγχου θεωρείται και η απόκρυψη των απαιτούμενων στοιχείων ή η παραποίηση των στοιχείων αυτών ή η ψευδής παράθεσή τους.

2. α) Όποιος παράγει, διακινεί ή διαθέτει τρόφιμα μη ασφαλή ή ακατάλληλα για ανθρώπινη κατανάλωση ή νοθεύει τρόφιμα τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών.
β) Όποιος παράγει, διακινεί ή διαθέτει τρόφιμα μη ασφαλή ή επιβλαβή για την υγεία, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών.
γ) Όποιος αναμιγνύει παράνομα και πωλεί είδη διαφο-ρετικών ποιοτήτων, τιμωρείται με φυλάκιση.

3. Όποιος παραποιεί ή νοθεύει, εν γνώσει του κατέχει προς εμπορία, πωλεί, θέτει σε κυκλοφορία ή παραδίδει για χρήση άλλα είδη βιοτικής ανάγκης πλην τροφίμων παραποιημένα ή νοθευμένα, που προορίζονται για εμπορία, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών.

4. Όποιος παράγει, διακινεί ή διαθέτει προϊόντα που εξεταζόμενα ευρίσκονται, με βάση τις γνωματεύσεις των αρμόδιων υπηρεσιών του ΓΧΚ, να μην πληρούν τις ειδικές προδιαγραφές και τα χαρακτηριστικά ποιότητας που καθορίζονται από τις σχετικές διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας ή και τις οικείες αποφάσεις του ΑΧΣ, τιμωρείται με φυλάκιση.

5. Με την επιφύλαξη των ειδικότερων ρυθμίσεων του άρθρου 20 του παρόντος νόμου, όποιος καθ' οιονδήποτε τρόπο καταδολιεύει ή αλλοιώνει το μηχανολογικό ή ηλεκτρολογικό ή ηλεκτρονικό μέρος των οργάνων μέτρησης ή το λογισμικό αυτών ή το λογισμικό κάθε συσχετιζομένου με το όργανο συστήματος ή αλλοιώνει τις ενδείξεις των οργάνων μέτρησης ή τα δεδομένα που δέχονται ή που παράγουν τα όργανα μέτρησης, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών. Τα όργανα μέτρησης, καθώς και τα μέσα καταδολίευσης κατάσχονται. Οι ανωτέρω κυρώσεις επιβάλλονται και σε περιπτώσεις εντοπισμού ιχνών καταδολίευσης ή αλλοίωσης. Σε περίπτωση που εντός διαστήματος δύο (2) ετών από την επιβολή της κύρωσης διαπιστωθεί εκ νέου παράβαση, αφαιρείται οριστικά η άδεια λειτουργίας της επιχείρησης, με απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής, της πράξης χαρακτηριζόμενης ως σοβαρής παράβασης των όρων χορήγησης της σχετικής άδειας.

6. Στους παραβάτες των παραγράφων 1 έως 5 του παρόντος άρθρου, πέραν των ποινικών κυρώσεων, επιβάλλονται και διοικητικές κυρώσεις κατά το άρθρο 22 του παρόντος νόμου.

7. Όποιος εμπορεύεται, παραχωρεί, κατασκευάζει ή εγκαθιστά τα μέσα για τη διάπραξη του αδικήματος της παραγράφου 5 του παρόντος άρθρου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους και με διοικητικό πρόστιμο ύψους είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ. Όταν ο διαπράξας το αδίκημα αυτό είναι εξουσιοδοτημένο ή αδειοδοτημένο συνεργείο και διαπιστωθεί εκ νέου παράβαση εντός διαστήματος δύο (2) ετών από την επιβολή της κύρωσης, αφαιρείται επιπλέον οριστικά η εξουσιοδότηση ή η άδεια λειτουργίας, με απόφαση της εξουσιοδοτούσας ή της αδειοδοτούσας αρχής, της πράξης χαρακτηριζόμενης ως σοβαρής παράβασης των όρων χορήγησης της σχετικής εξουσιοδότησης ή άδειας.

1.α. Στις εγκαταστάσεις για τη λειτουργία των οποίων προβλέπεται η έκδοση άδειας εμπορίας ή/και λιανικής εμπορίας πετρελαιοειδών προϊόντων ή/και διάθεσης βιοκαυσίμων, η καθ' οιονδήποτε τρόπο καταδολίευση ή ο εντοπισμός ιχνών καταδολίευσης ή η αλλοίωση στο μηχανολογικό ή ηλεκτρολογικό ή ηλεκτρονικό μέρος των συστημάτων μέτρησης/μετρητών ποσότητας καυσίμων ή στο λογισμικό αυτών ή στο λογισμικό κάθε συσχετιζόμενου με τους διανεμητές συστήματος ή η αλλοίωση των ενδείξεών τους ή αλλοίωση των δεδομένων που δέχονται ή που παράγουν, ή η μη εγκεκριμένη τροποποίηση εξαρτημάτων που επηρεάζουν τα μετρολογικά δεδομένα, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών.
β. Επιβάλλεται ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) ετών, αν ο υπαίτιος διαπράττει την παράβαση αυτή κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια.
γ. Τα μέσα καταδολίευσης ή αλλοίωσης κατάσχονται και επιβάλλεται στον λειτουργούντα την εγκατάσταση διοικητικό πρόστιμο ύψους τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ για κάθε επηρεαζόμενο μετρητή.
δ. Συγχρόνως αφαιρείται υποχρεωτικά οριστικά η άδεια λειτουργίας της εν λόγω εγκατάστασης, με απόφαση της αδειοδοτούσας αρχής, της πράξης χαρακτηριζόμενης ως σοβαρής παράβασης των όρων χορήγησης της σχετικής άδειας κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 17 παρ. 6 του ν. 3054/2002 (Α' 230), όπως ισχύει. Για την έκδοση της ανωτέρω απόφασης, η ελεγκτική αρχή αποστέλλει το φάκελο της υπόθεσης συνοδευόμενο από σχετική εισήγηση στην αδειοδοτούσα αρχή εντός πέντε εργασίμων ημερών από τη διαπίστωση τέλεσης της παράβασης.
ε. Δεν επιτρέπεται η χορήγηση νέας άδειας λειτουργίας παρόμοιας επιχείρησης στον παραβάτη φυσικό πρόσωπο ή σε όποιον σχετίζεται με την επιχειρησιακή εκμετάλλευση της επιχείρησης, στην οποία εντοπίζεται η παραβατική συμπεριφορά σε θέση ευθύνης, ή σε σύζυγο ή σε συγγενείς αυτού μέχρι δευτέρου βαθμού ή σε νομικό πρόσωπο, στο οποίο ο παραβάτης ή ο σύζυγός ή συγγενείς αυτού μέχρι δευτέρου βαθμού συμμετέχουν στη διοίκησή του με οποιονδήποτε τρόπο ή στο εταιρικό του κεφάλαιο κατά ποσοστό τουλάχιστον 50%, για χρονικό διάστημα δέκα (10) ετών από την αφαίρεση της άδειας.

2. α. Όποιος εμπορεύεται, παραχωρεί, κατασκευάζει, εγκαθιστά ή σφραγίζει τα μέσα για τη διάπραξη του αδικήματος της παραγράφου 1 τιμωρείται με κάθειρξη και με διοικητικό πρόστιμο εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.
β. Όταν ο διαπράξας το ως άνω αδίκημα λειτουργεί ως εκπρόσωπος εξουσιοδοτημένου συνεργείου και διαπιστωθεί εκ νέου παράβαση εντός διαστήματος δέκα (10) ετών από την επιβολή της κύρωσης, αφαιρείται επιπλέον οριστικά η εξουσιοδότηση, με απόφαση της εξουσιοδοτούσας αρχής, της πράξης χαρακτηριζόμενης ως σοβαρής παράβασης των όρων χορήγησης της σχετικής εξουσιοδότησης.
γ. Όποιος εμπορεύεται, παραχωρεί ή κατασκευάζει συστήματα μέτρησης/μετρητές ποσότητας καυσίμων, οι οποίοι δεν συμμορφώνονται, ως προς τα μετρολογικά τους χαρακτηριστικά, με το ισχύον εθνικό ή ενωσιακό δίκαιο τιμωρείται με διοικητικό πρόστιμο εκατό χιλιάδων (100.000) ευρώ.

3. α. Ειδικά, εάν κατά τη διενέργεια ελέγχου από τα αρμόδια όργανα διαπιστωθεί σφάλμα συστήματος μέτρησης/μετρητή καυσίμων που κατά τις κατωτέρω διακρίσεις βρίσκεται εντός ή υπερβαίνει τα κατωτέρω όρια, επιβάλλονται οι ακόλουθες κυρώσεις:

 

Σφάλμα μετρητή

Κύρωση

1α: Βενζίνες-πετρέλαια
-0,5% < σφάλμα ≤ -1,0%

Διοικητικό πρόστιμο δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ για κάθε ελεγχόμενο μετρητή.

1β: Υγραέρια
-1,0 %< σφάλμα ≤-2,0%

2α: Βενζίνες-πετρέλαια
-1,0% < σφάλμα ≤-1,5%

Διοικητικό πρόστιμο είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ για κάθε ελεγχόμενο μετρητή.

2β: Υγραέρια
-2,0% < σφάλμα ≤ -3,0%

3α: Βενζίνες-πετρέλαια
-1,5% < σφάλμα

Διοικητικό πρόστιμο τριάντα χιλιάδων (30.000) ευρώ για κάθε ελεγχόμενο μετρητή.

3β: Υγραέρια
-3,0 % < σφάλμα

 

β. Στις περιπτώσεις 3α και 3β του παραπάνω πίνακα αφαιρείται επιπλέον η άδεια λειτουργίας της εγκατάστασης, στην οποία εντοπίζεται η παραβατική συμπεριφορά, με τη διαδικασία της παρ. 1 δ και τους περιορισμούς ως προς τη χορήγηση άδειας ή νέας άδειας της παραγράφου 1 ε του παρόντος άρθρου.
γ. Στις περιπτώσεις 2α και 2β του παραπάνω πίνακα, όταν, εντός διαστήματος τριών (3) ετών από την επιβολή της κύρωσης, διαπιστωθεί εκ νέου παράβαση, αφαιρείται η άδεια λειτουργίας της εγκατάστασης, στην οποία εντοπίζεται η παραβατική συμπεριφορά, με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 1 δ και τους περιορισμούς ως προς τη χορήγηση άδειας ή νέας άδειας της παραγράφου 1ε του παρόντος άρθρου.

4. Για τη διαπίστωση των παραβάσεων που παρόντος άρθρου, ο έλεγχος μπορεί να διενεργείται και με ειδικά μετασκευασμένο για το σκοπό αυτόν αυτοκινούμενο όχημα με συμβατικές πινακίδες κυκλοφορίας, χωρίς προηγούμενη γνωστοποίηση στον ελεγχόμενο. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζονται οι λεπτομέρειες για τη διαδικασία ελέγχου, τα είδη και ο τρόπος παραγωγής και αξιολόγησης των επίσημων έντυπων στοιχείων που δημιουργούνται κατά τον έλεγχο, το μέγιστο ανεκτό σφάλμα του χρησιμοποιούμενου συστήματος ελέγχου, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία ρύθμιση.

5. Τα πρόσωπα που κατέχουν, διακινούν και εμπορεύονται νοθευμένα καύσιμα τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους και αυτά που κατέχουν, διακινούν και εμπορεύονται μη κανονικά καύσιμα τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών (3) μηνών. Στα πρόσωπα του προηγούμενου εδαφίου επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται και υπολογίζονται σύμφωνα με τα ειδικώς καθοριζόμενα στην απόφαση Δ19/Φ11/οικ13098/1156/7.7.2010 (Β' 1039), όπως εκάστοτε ισχύει.

6. Για τα ποινικά αδικήματα του παρόντος άρθρου ως αυτουργοί διώκονται οι νόμιμοι εκπρόσωποι και οι εν τοις πράγμασι ασκούντες τη διοίκηση και διαχείριση της επιχείρησης.

1. Σε όσους παραβαίνουν τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15 επιβάλλεται πρόστιμο ποσού ίσου με το 0,5% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. Για τον υπολογισμό του κύκλου εργασιών εφαρμόζεται το άρθρο 10 του ν. 3959/2011 (Α'93). Σε περίπτωση που επιβληθεί για δεύτερη φορά πρόστιμο για την ίδια παράβαση μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, το πρόστιμο αυξάνεται στο 3% του ετήσιου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.

2. Αν οι εκπτώσεις είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ως προς το ποσοστό τους ή ως προς την ακρίβεια των αναγραφόμενων τιμών ή ως προς την ποσότητα των προσφερόμενων με έκπτωση προϊόντων ή ενέχουν οποιασδήποτε μορφής απόκρυψη ή παραπλάνηση, επιβάλλεται σε βάρος των υπευθύνων πρόστιμο ποσού ίσου με το 1% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης. Σε περίπτωση που επιβληθεί για δεύτερη φορά πρόστιμο για την ίδια παράβαση μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, το πρόστιμο αυξάνεται στο 3% του ετήσιου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.

3. Αν οι προσφορές είναι ανακριβείς ή παραπλανητικές ως προς τις τιμές ή ως προς την ποσότητα αυτών ή ενέχουν οποιασδήποτε μορφής απόκρυψη ή παραπλάνηση, επιβάλλεται σε βάρος των υπευθύνων πρόστιμο ποσού ίσου με το 1% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης. Σε περίπτωση που επιβληθεί για δεύτερη φορά πρόστιμο για την ίδια παράβαση μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, το πρόστιμο αυξάνεται στο 3% του ετήσιου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.

4. Σε όσους παραβαίνουν τις προϋποθέσεις που τίθενται στο άρθρο 16, σχετικά με τη λειτουργία τις Κυριακές των εμπορικών καταστημάτων που προσδιορίζονται σε αυτό, επιβάλλεται σε βάρος των υπευθύνων πρόστιμο ποσού ίσου με το 1% του ετήσιου κύκλου εργασιών και πάντως όχι κατώτερο από δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα και τη συχνότητα της παράβασης. Σε περίπτωση που επιβληθεί για δεύτερη φορά πρόστιμο για την ίδια παράβαση μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών, το πρόστιμο αυξάνεται στο 3% του ετήσιου κύκλου εργασιών της συγκεκριμένης επιχείρησης.

5. Αρμόδιος για την επιβολή των προστίμων του παρόντος άρθρου είναι ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, όπου διαπιστώνεται η παράβαση, και ο οποίος υποχρεούται ανά μήνα να κοινοποιεί τις σχετικές αποφάσεις στον Γενικό Γραμματέα Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος άρθρου σε πλοία, αρμόδιος για την επιβολή των προστίμων είναι ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης στην περιοχή αρμοδιότητας του οποίου εδρεύει η Υπηρεσία του Λιμενικού Σώματος, όργανο της οποίας βεβαίωσε την παράβαση.

1. Με την επιφύλαξη των άρθρων 20 και 21, καθώς και των άρθρων 5 παρ. 1 και 7 παρ. 10 του ν. 2323/1995 (Α'145), για παραβάσεις του παρόντος νόμου, καθώς και των κατ' εξουσιοδότησή του εκδιδομένων υπουργικών αποφάσεων κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 4, πέραν των ποινικών κυρώσεων που προβλέπονται στο άρθρο 19, επιβάλλεται πρόστιμο από πεντακόσια (500) ευρώ μέχρι τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, εκτός εάν άλλως ορίζεται. Σε περίπτωση υποτροπής για την ίδια παράβαση εντός τριετίας, το ποσό του επιβαλλόμενου προστίμου διπλασιάζεται και σε περίπτωση επανειλημμένης υποτροπής εντός του ίδιου χρονικού διαστήματος το ποσό του προστίμου τριπλασιάζεται.

2. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζονται ειδικότερα τα κριτήρια επιβολής και το ύψος του προστίμου που επιβάλλεται για καθεμία από τις παραβάσεις ή την κατηγορία παραβάσεων του παρόντος νόμου, εντός των ορίων που προβλέπει αυτή, και μπορεί να ρυθμίζεται κάθε ειδικότερο θέμα που αφορά το πρόστιμο.

3. Με αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και Αντα-γωνιστικότητας καθορίζονται και οι διαδικασίες για τη δέσμευση των προϊόντων ή τη σφράγιση των εγκαταστάσεων σε συνεργασία με τις λιμενικές και αστυνομικές αρχές που προβλέπονται στις κείμενες διατάξεις.

4. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας μπορεί να αναπροσαρμόζεται το όριο των προστίμων της παραγράφου 1.

1. Με την επιφύλαξη ειδικότερων ρυθμίσεων του παρόντος νόμου, σε περίπτωση τελεσίδικης καταδικαστικής απόφασης για στερητική της ελευθερίας ποινή πάνω από έξι (6) μήνες για αδικήματα του παρόντος νόμου, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας επιβάλλεται η προσωρινή ανάκληση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης ή η προσωρινή απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας για διάστημα τριάντα (30) ημερών. Σε περίπτωση νέας τελεσίδικης καταδίκης για το ίδιο αδίκημα, το διάστημα προσωρινής ανάκλησης ή προσωρινής απαγόρευσης της άσκησης δραστηριότητας ορίζεται σε έξι (6) μήνες και σε περίπτωση τρίτης τελεσίδικης καταδίκης για το ίδιο αδίκημα, επιβάλλεται οριστική ανάκληση, μερική ή εξ ολοκλήρου, της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης ή απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας.

2. Αν για τα αδικήματα αυτά εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, ανακαλείται η απόφαση με την οποία επιβλήθηκε η προσωρινή ανάκληση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης ή η προσωρινή απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας ή η οριστική ανάκληση, μερική ή εξ ολοκλήρου, της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης ή η απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος προηγουμένως θα προσκομίσει στην υπηρεσία που εξέδωσε την απόφαση της παραγράφου 1, επίσημο αντίγραφο της αθωωτικής του δικαστηρίου απόφασης και βεβαίωση περί του αμετακλήτου αυτής.

3. Οι ανωτέρω αποφάσεις του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας εκτελούνται από την υπηρεσία που έχει εκδώσει την άδεια.

4. Σε περίπτωση μεταβολής του φορέα της επιχείρησης με οποιονδήποτε τρόπο, η απαγόρευση λειτουργίας της επιχείρησης ισχύει και κατά του νέου φορέα, για όσο χρόνο διαρκεί η ανάκληση της άδειας λειτουργίας ή η απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας.

5. Επί τελεσιδικίας της υπόθεσης, κατά τις διατάξεις της ως άνω παραγράφου 1, οι Προϊστάμενοι της Γραμματείας των Δικαστηρίων που εξέδωσαν τις καταδικαστικές αποφάσεις υποβάλλουν, μέσα σε σαράντα (40) ημέρες από την τελεσιδικία της απόφασης, αντίγραφο στο αρμόδιο για την επιβολή των πρόσθετων διοικητικών μέτρων της παραγράφου 1 όργανο.

6. Στην περίπτωση που προβλέπεται η επιβολή μόνο διοικητικών προστίμων κατ' εφαρμογή του παρόντος ή των κατ' εξουσιοδότηση εκδιδομένων υπουργικών αποφάσεων, εάν μέσα σε διάστημα πέντε (5) ετών επιβληθούν στον ίδιο παραβάτη συνολικά πρόστιμα ύψους άνω του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) ευρώ, ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας με απόφασή του επιβάλλει την προσωρινή ανάκληση της άδειας λειτουργίας ή την προσωρινή απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας για χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών. Εάν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα των πέντε (5) ετών επιβληθούν συνολικά πρόστιμα ύψους άνω των πέντε εκατομμυρίων (5.000.000) ευρώ, ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας με απόφασή του επιβάλλει την οριστική ανάκληση, μερική ή εξ ολοκλήρου, της άδειας λειτουργίας ή την οριστική απαγόρευση της άσκησης δραστηριότητας.

1. Τα πρόστιμα επιβάλλονται με απόφαση του Προϊ-σταμένου της υπηρεσίας στην οποία υπάγονται τα ελεγκτικά όργανα που διαπίστωσαν την παράβαση. Σε περίπτωση που η υπηρεσία στην οποία υπάγονται τα ελεγκτικά όργανα δεν είναι αρμόδια για την επιβολή κύρωσης, τα πρόστιμα επιβάλλονται με απόφαση του Προϊσταμένου της υπηρεσίας που είναι αρμόδια για την επιβολή κύρωσης, στην οποίαν διαβιβάζεται η σχετική έκθεση ελέγχου. Τα ελεγκτικά όργανα υποχρεούνται να υποβάλουν εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία διαπίστωσης τέλεσης της παράβασης τις σχετικές εκθέσεις στα όργανα που είναι αρμόδια για την επιβολή του προστίμου. Η απόφαση επιβολής προστίμου εκδίδεται μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την υποβολή της σχετικής έκθεσης, και αφού ζητηθεί ακρόαση του διοικουμένου κατά το άρθρο 6 του ν. 2690/1999 (Α' 45), και κοινοποιείται αμελλητί στον παραβάτη.

2. Περίληψη των πράξεων, με τις οποίες επιβάλλεται το πρόστιμο των προηγούμενων παραγράφων, αναρτάται υποχρεωτικά στο διαδικτυακό τόπο (site) του φορέα ή της αρχής που εξέδωσε την πράξη εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία απόφασης. Η περίληψη περιλαμβάνει την επωνυμία ή το ονοματεπώνυμο του παραβάτη, την έδρα και τον τόπο της παράβασης, περιγραφή της παράβασης και το επιβληθέν πρόστιμο.

3. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Αντα-γωνιστικότητας ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα σχετικά με τον τρόπο επιβολής των προστίμων που επιβάλλονται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα κατά τη διαπίστωση της παράβασης, σε εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού.

Τα διοικητικά πρόστιμα του παρόντος νόμου εισπράττονται, σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε.) (ν.δ. 356/1974, Α'90), και αποδίδονται, με την επιφύλαξη της παρ. 1 του άρθρου 16 του ν. 2946/2001 (Α'224), στον Κρατικό Προϋπολογισμό.

1. Η απόφαση επιβολής διοικητικού προστίμου του παρόντος νόμου υπόκειται σε ενδικοφανή προσφυγή μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίησή της.

2. Η ενδικοφανής προσφυγή ασκείται ενώπιον του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, εφόσον οι διοικητικές κυρώσεις έχουν εκδοθεί από την κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου, και ενώπιον του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στην περιφέρεια του οποίου διαπιστώθηκε η παράβαση, σε όλες τις άλλες περιπτώσεις. Η απόφαση επί της προσφυγής εκδίδεται μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κατάθεση της προσφυγής.

3. Η απόφαση επί της ενδικοφανούς προσφυγής υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Πρωτοδικείου του τόπου όπου εδρεύει το όργανο που εξέδωσε την απόφαση επιβολής προστίμου, μέσα στην προθεσμία της παραγράφου 1 του άρθρου 66 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.
Η εμπρόθεσμη άσκηση της προσφυγής και η τυχόν υποβολή αίτησης αναστολής δεν αναστέλλουν την είσπραξη του είκοσι τοις εκατό (20%) του προστίμου. Μετά την έκδοση απόφασης από το Διοικητικό Πρωτοδικείο το ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) που εισπράχθηκε συμψηφίζεται ή επιστρέφεται ολικά ή μερικά στον διοικούμενο, ανάλογα με την περίπτωση.

4. Το ύψος του επιβληθέντος διοικητικού προστίμου μειώνεται στο ήμισυ εάν ο υπόχρεος εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης σε αυτόν της σχετικής πράξης και σε κάθε περίπτωση πριν την άσκηση της ενδικοφανούς προσφυγής της παραγράφου 1, προβεί σε καταβολή του προστίμου. Η καταβολή αυτή συνεπάγεται την αυτοδίκαιη παραίτηση του υπόχρεου από κάθε δικαίωμα προσβολής ή αμφισβήτησης της πράξης επιβολής προστίμου.

Το Αυτοτελές Τμήμα Τήρησης Μητρώου Κυρώσεων Αγορανομικού Κώδικα της Γενικής Διεύθυνσης Εσωτερικού Εμπορίου της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, το οποίο έχει συσταθεί με το άρθρο 13 του ν. 3668/2008 (Α' 115), μετατρέπεται σε τμήμα και μεταφέρεται και υπάγεται εφεξής, ως σύνολο υπηρεσιών, αρμοδιοτήτων και θέσεων, στην Υπηρεσία Εποπτείας Αγοράς της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
Το προσωπικό που υπηρετεί στο εν λόγω τμήμα κατά τη δημοσίευση του παρόντος διατηρεί την υπάρχουσα οργανική, μισθολογική και υπαλληλική του κατάσταση. Όπου στις κείμενες διατάξεις αναφέρεται το Αυτοτελές Τμήμα Τήρησης Μητρώου Κυρώσεων Αγορανομικού Κώδικα, εννοείται εφεξής το Τμήμα Τήρησης Μητρώου Κυρώσεων Αγορανομικού Κώδικα της Υπηρεσίας Ελέγχου Αγοράς.

1. Η σύμβαση προμήθειας μεταξύ εταιριών εμπορίας και συνεργαζόμενων με το σήμα της εταιρίας εμπορίας πρατηριούχων καταρτίζεται εγγράφως.

2. Στη σύμβαση προσδιορίζονται κατόπιν διαπραγμάτευσης της εταιρίας εμπορίας και του πρατηριούχου: α) η πιστωτική πολιτική, η πολιτική παροχών και εκπτώσεων συμπεριλαμβανομένων των απολογιστικών, β) το ύψος και η χρονική διάρκεια για την οποία χορηγούνται οι εκπτώσεις, γ) οι τυχόν απολογιστικές εκπτώσεις για αγορές συγκεκριμένης περιόδου, η οποία δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος.

3. Το ύψος και η χρονική διάρκεια των εκπτώσεων που χορηγούνται, πλην των απολογιστικών, εμφανίζονται υποχρεωτικά στα εκδιδόμενα από τις εταιρίες παραστατικά έγγραφα.

4. Στην ίδια σύμβαση προβλέπεται η χονδρική τιμή πώλησης των υγρών καυσίμων και του υγραερίου κίνησης, η οποία διαμορφώνεται ελεύθερα από τα μέρη ύστερα από διαπραγμάτευση.

5. Οι κατά τα ανωτέρω όροι της σύμβασης τροποποιούνται με έγγραφη συμφωνία των μερών. Τυχόν πρόβλεψη στη σύμβαση για μονομερή τροποποίηση από μέρους των εταιριών εμπορίας όρων που αφορούν στις χορηγούμενες εκπτώσεις είναι άκυρη.

6. Πρατηριούχοι, κατά την έννοια της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, θεωρούνται και τα εκμεταλλευόμενα τα πρατήρια πρόσωπα, στα οποία οι εταιρίες εμπορίας υγρών καυσίμων και υγραερίου κίνησης εκμισθώνουν ή παραχωρούν τη χρήση ιδιόκτητων ή μισθωμένων από αυτές πρατηρίων.

1. Η μέγιστη διάρκεια σύμβασης αποκλειστικής προμήθειας υγρών καυσίμων και υγραερίου κίνησης ορίζεται στα πέντε (5) έτη και δύναται να παρατείνεται κάθε φορά με γραπτή συμφωνία των συμβαλλομένων για ίσο χρόνο. Η παράταση υφιστάμενης σύμβασης μετά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου λογίζεται ως νέα σύμβαση.
Σε περίπτωση μίσθωσης από τον πρατηριούχο ή παραχώρησης της χρήσης στον πρατηριούχο χώρων που είτε ανήκουν στην εταιρία εμπορίας κατά πλήρη κυριότητα, είτε μισθώνονται από αυτήν από τρίτους, μη συνδεδεμένους με τον πρατηριούχο, η σύμβαση αποκλειστικής προμήθειας μπορεί να είναι διάρκειας μεγαλύτερης της πενταετίας, που όμως δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διάρκεια της μίσθωσης.

2. Εφόσον η σύμβαση αποκλειστικής προμήθειας είτε δεν συνοδεύεται από παροχή οικονομικών και χρηματοδοτικών ανταλλαγμάτων ή πραγματοποίηση επενδύσεων από την εταιρία εμπορίας είτε η αξία αυτών έχει ήδη αποπληρωθεί, μπορεί να καταγγελθεί από μέρους του πρατηριούχου και χωρίς σπουδαίο λόγο, μετά τη συμπλήρωση τριετίας, με τήρηση προθεσμίας έξι (6) μηνών.

1. Σε περίπτωση παροχής οικονομικών και χρηματοδοτικών ανταλλαγμάτων ή πραγματοποίησης επενδύσεων από τις εταιρίες εμπορίας προς τον πρατηριούχο, η αξία, καθώς και ο τρόπος αποπληρωμής τους αποτελεί αντικείμενο ξεχωριστού κεφαλαίου της μεταξύ τους γραπτής σύμβασης. Δεν συνιστά επένδυση προς την επιχείρηση λιανικής πώλησης η εγκατάσταση των διακριτικών ενδείξεων, σημάτων και διασχηματισμών της εταιρίας εμπορίας που αποβλέπουν στην προβολή των διακριτικών αυτής γνωρισμάτων, εκτός από όσα τυχόν παραμείνουν προς όφελος του πρατηριούχου.

2. Η αποπληρωμή της αξίας, των ανταλλαγμάτων ή ε-πενδύσεων από τον πρατηριούχο πραγματοποιείται με καταβολή ποσοστιαίων δόσεων, σταθερών ή αποκλιμα- κούμενων, που καθορίζονται στη σύμβαση.

3. Στη σύμβαση μπορεί να προβλέπεται το δικαίωμα του πρατηριούχου να αποπληρώσει οποιαδήποτε στιγμή βάσει αναλογιστικής αποτίμησης το οφειλόμενο υπόλοιπο της αξίας του ανταλλάγματος ή της επένδυσης και να αποδεσμευτεί από την αντίστοιχη σύμβαση, με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του προηγούμενου άρθρου. Στην εν λόγω σύμβαση περιλαμβάνονται, επίσης, ρήτρες αναφορικά με τον τρόπο και το χρόνο απόσβεσης τυχόν επενδύσεων που πραγματοποιούνται από τις εταιρίες εμπορίας προς τους πρατηριούχους και προσδιορίζονται κατά τρόπο διαφανή τυχόν επιπτώσεις της απόσβεσης του κόστους επενδύσεων στις πολιτικές παροχών και εκπτώσεων των εταιριών εμπορίας προς τους πρατηριούχους.

Στο άρθρο 31 του ν. 3784/2009 (Α'137) προστίθεται παράγραφος 10 ως εξής:
«10. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας επεκτείνεται η εφαρμογή των ολοκληρωμένων συστημάτων ελέγχου και ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων εισροών-εκροών στις ελεύθερες εγκαταστάσεις των εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών και των διυλιστηρίων, στις εγκαταστάσεις πωλητών πετρελαίου θέρμανσης, στις παντός είδους εγκαταστάσεις υγρών καυσίμων ιδιωτικών πρατηρίων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, καθώς και στις εγκαταστάσεις χημικών προϊόντων (μεθανόλης, τολουόλης, διαλυτών κ.λπ.), που αποτελούν υλικά πρόσμιξης στα υγρά καύσιμα.
Με όμοια απόφαση καθορίζονται επίσης, οι προδιαγραφές, οι διαδικασίες, οι όροι και οι προϋποθέσεις της εγκατάστασης για το κάθε είδος καύσιμου ή χημικού προϊόντος, των φορολογικών ηλεκτρονικών μηχανισμών, της ηλεκτρονικής μετάδοσης δεδομένων, το ακριβές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής, οι σχετικές μεταβατικές διατάξεις και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας και Αιγαίου επεκτείνεται η εφαρμογή των ολοκληρωμένων συστημάτων ηλεκτρονικού ελέγχου εισροών-εκροών σε πλωτά μέσα μεταφοράς πετρελαιοειδών και ρυθμίζεται κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για τις διαδικασίες και τους όρους εγκατάστασης, το ακριβές χρονοδιάγραμμα εφαρμογής και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια.»

1. Η περίπτωση 10 της παρ. ΙΑ' του άρθρου 210 του ν. 3852/2010 (Α' 87) αντικαθίσταται ως εξής:
«10. Η εποπτεία του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αττικής ασκείται από τον Περιφερειάρχη Αττικής και η εποπτεία του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης ασκείται από τον Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας.»

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις του άρθρου 33 καταργήθηκαν από 15.05.2014 σύμφωνα με την περίπτωση α΄ του άρθρου 40 του ν.4264/2014]

Σχόλια Taxhorizon.club[Το άρθρο πριν την κατάργησή του]

Το άρθρο 17 του ν. 1023/1980 (Α' 47) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 17
1. Οι προσερχόμενοι στις λαϊκές αγορές της χώρας κάτοχοι επαγγελματικών ή παραγωγικών αδειών υποχρεούνται να καταβάλουν ημερήσιο ανταποδοτικό τέλος στους φορείς λειτουργίας αυτών, το οποίο προορίζεται για την κάλυψη των πάσης φύσεως λειτουργικών αναγκών, τη διασφάλιση συνθηκών δημόσιας υγείας, τη φύλαξη των χώρων λειτουργίας των λαϊκών αγορών, τον εκσυγχρονισμό, τη βελτίωση και την προβολή αυτών.
Το ύψος του ημερήσιου τέλους, η διαδικασία και ο τρόπος καταβολής και είσπραξής του, καθώς και κάθε σχετικό θέμα, ρυθμίζονται με αποφάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αττικής και του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης αντίστοιχα, για τις λαϊκές αγορές που λειτουργούν στην Περιφέρεια Αττικής και στη μητροπολιτική ενότητα Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, οι οποίες εγκρίνονται από τον αντίστοιχο Περιφερειάρχη. Για τις λοιπές λαϊκές αγορές της χώρας τα ανωτέρω ζητήματα ρυθμίζονται με απόφαση του Δημάρχου του οικείου Δήμου. Ως προς τον καθορισμό του ύψους του τέλους, η ανωτέρω απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου ή του Δημάρχου αιτιολογείται ειδικά, λαμβάνοντας υπόψη τον ανταποδοτικό χαρακτήρα αυτού.
Οι υπόχρεοι καταβολής του ημερήσιου τέλους στους φορείς λειτουργίας των λαϊκών αγορών απαλλάσσονται από το τέλος υπέρ δήμων του άρθρου 21 του β.δ. 249/20.10.1958 (Α' 171) για την καθαριότητα και αποκομιδή των απορριμμάτων των χώρων που χρησιμοποιούνται από τις λαϊκές αγορές και από το τέλος για τη χρήση των χώρων λειτουργίας των λαϊκών αγορών της παρ. 9 του άρθρου 13 του β.δ. 24-9/20.10.1958 (Α'171).
Η μη καταβολή του ημερήσιου τέλους από υπόχρεο για χρονικό διάστημα πέραν των δύο (2) μηνών, συνεπάγεται την αναστολή ισχύος της άδειας μέχρι την τακτοποίηση της οφειλής, η οποία επιβάλλεται με απόφαση των Διοικητικών Συμβουλίων του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αττικής και του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης αντίστοιχα, για τις λαϊκές αγορές που λειτουργούν στην Περιφέρεια Αττικής και στη μητροπολιτική ενότητα Θεσσαλονίκης της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, για δε τις λοιπές λαϊκές αγορές της χώρας με απόφαση του Δημάρχου του οικείου Δήμου.
2. Το ημερήσιο τέλος της προηγούμενης παραγράφου καταβάλλεται ως εξής:
α) Οι επαγγελματίες πωλητές των λαϊκών αγορών υποχρεούνται στην καταβολή του ημερήσιου τέλους ανάλογα με τον αριθμό των ημερών που, με βάση τη σχετική άδεια, δικαιούνται να δραστηριοποιούνται κάθε ημερολογιακό μήνα. Από το ημερήσιο τέλος απαλλάσσονται οι επαγγελματίες πωλητές, οι οποίοι δεν προσέρχονται στις λαϊκές αγορές, λόγω ανικανότητας προς εργασία, η οποία διαρκεί περισσότερο από έναν (1) μήνα και βεβαιώνεται από τον αρμόδιο ασφαλιστικό φορέα ή λόγω ανωτέρας βίας.
β) Οι παραγωγοί που κατέχουν άδεια προσέλευσης στις λαϊκές αγορές υποχρεούνται στην καταβολή του ημερήσιου τέλους μόνον για όσες ημέρες προσέρχονται σε αυτές.
3. Τα ποσά του εισπραττόμενου στις λαϊκές αγορές ημερήσιου τέλους, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν επιχορήγηση, μπορεί να διατίθενται με απόφαση του καθ' ύλην αρμόδιου Περιφερειάρχη για τις λαϊκές αγορές Αττικής και Θεσσαλονίκης και με απόφαση του οικείου Δημάρχου για τις λαϊκές αγορές της υπόλοιπης
χώρας:
α) Στους Οργανισμούς Λαϊκών Αγορών Αττικής και Θεσσαλονίκης για την αντιμετώπιση των λειτουργικών αναγκών που προκύπτουν από τη λειτουργία λαϊκών αγορών και τη διασφάλιση της δημόσιας υγείας.
β) Στις Ομοσπονδίες ή τους Συλλόγους, όπου δεν υ-πάρχουν Ομοσπονδίες, των δραστηριοποιούμενων στις λαϊκές αγορές επαγγελματιών και παραγωγών πωλητών για την κάλυψη λειτουργικών αναγκών τους και τον εκσυγχρονισμό και την προβολή των λαϊκών αγορών.
Ειδικότερα:
βα) Για τις λαϊκές αγορές χωρικής αρμοδιότητας του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αττικής, δικαιούχοι είναι η Πανελλαδική Ομοσπονδία Συλλόγων Παραγωγών Αγροτικών Προϊόντων Λαϊκών Αγορών, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Σωματείων Πωλητών Λαϊκών Αγορών και η Ομοσπονδία Επαγγελματιών Πωλητών και Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Περιφερείας Αττικής και το ποσό εκάστης δικαιούχου καθορίζεται σε ποσοστό 3% επί του ημερήσιου τέλους που καταβάλλουν τα μέλη της.
ββ) Για τις λαϊκές αγορές χωρικής αρμοδιότητας του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης δικαιούχοι είναι η Ομοσπονδία Συλλόγων Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας - Θεσσαλίας - Θράκης και η Ομοσπονδία Σωματείων Επαγγελματιών Παραγωγών Πωλητών Λαϊκών Αγορών Μακεδονίας - Θεσσαλίας - Θράκης και το ποσό εκάστης δικαιούχου καθορίζεται σε ποσοστό 5% επί του ημερήσιου τέλους που καταβάλλουν τα μέλη της.
βγ) Για τις λαϊκές αγορές της υπόλοιπης χώρας δικαιούχοι είναι οι δύο αντιπροσωπευτικότερες Ομοσπονδίες ή Σύλλογοι, όπου δεν υπάρχουν Ομοσπονδίες, των επαγγελματιών και των παραγωγών πωλητών λαϊκών αγορών του οικείου Δήμου και το ποσό εκάστης δικαιούχου καθορίζεται σε ποσοστό 5% επί του ημερήσιου τέλους που καταβάλλουν τα μέλη της.
4. Το ποσό της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου αποτελεί το μοναδικό ανταποδοτικό τέλος προς τους Δήμους για τη λειτουργία των λαϊκών αγορών στους χώρους αυτών με τη μορφή τελών καθαριότητας, τελών κατάληψης πεζοδρομίου και χρήσης κοινόχρηστων χώρων. Το ποσό αυτό καθορίζεται σε ποσοστό 40% του εισπραττόμενου ημερήσιου τέλους για όλη τη χώρα και, για την Αττική και τη Θεσσαλονίκη, βαρύνει τους προϋπολογισμούς των αντίστοιχων Οργανισμών.
5. Οι Ομοσπονδίες ή οι Σύλλογοι, όπου δεν υπάρχουν Ομοσπονδίες, των δραστηριοποιούμενων στις λαϊκές αγορές επαγγελματιών και παραγωγών πωλητών, για να εισπράξουν το προβλεπόμενο ποσό της περίπτωσης β' της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, που τους διατίθεται με την απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη ή Δημάρχου κατά περίπτωση, υποχρεούνται να υποβάλλουν προηγουμένως στο φορέα λειτουργίας των λαϊκών αγορών αίτηση με συνημμένη απόφαση του Διοικητικού τους Συμβουλίου, στην οποία ορίζεται επακριβώς ο σκοπός για τον οποίο προορίζονται τα ποσά.
Οι φορείς λειτουργίας των λαϊκών αγορών, ειδικότερα τα Διοικητικά Συμβούλια των Οργανισμών Λαϊκών Αγορών Αττικής και Θεσσαλονίκης ή τα δημοτικά συμβούλια κατά περίπτωση, με αποφάσεις τους βεβαιώνουν την ύπαρξη της σχετικής πίστωσης και εγκρίνουν τη σκοπιμότητα και τη διάθεση του προβλεπόμενου ποσού. Με την απόφαση έγκρισης καθορίζεται ο σκοπός για τον οποίο διατίθεται το ποσό, το χρονικό διάστημα από την εκταμίευση, μέσα στο οποίο θα ολοκληρωθεί η διάθεσή του, και το οποίο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο των έξι (6) μηνών, καθώς και το χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο υποχρεούται η Ομοσπονδία ή ο Σύλλογος να αποδώσει λογαριασμό, υποβάλλοντας όλα τα νόμιμα δικαιολογητικά και παραστατικά έγγραφα, το οποίο δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο του ενός (1) μηνός.
Σε περίπτωση μη τήρησης της νόμιμης διαδικασίας, η απόφαση έγκρισης ανακαλείται από το φορέα έγκρισης και η Ομοσπονδία ή ο Σύλλογος υποχρεούται να επιστρέψει το χορηγηθέν ποσό, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α'90) και θα αποκλείεται από κάθε διάθεση σχετικού ποσού για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών.
6. Η απόφαση της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου εκδίδεται μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου έκαστου έτους, έπειτα από πρόταση των οικείων δήμων στην εδαφική περιφέρεια των οποίων λειτουργούν λαϊκές αγορές και αφορά τέλη καθαριότητας, τέλη κατάληψης πεζοδρομίου και χρήσης κοινοχρήστων χώρων τρέχουσας περιόδου. Οι προτάσεις των οικείων δήμων υποβάλλονται στον Περιφερειάρχη μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου τρέχοντος έτους. Σε περίπτωση μη υποβολής πρότασης από δήμο, η απόφαση εκδίδεται χωρίς την πρόταση αυτή.
7. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 26 του ν.δ. 3913/1958 (Α' 199), όπως επανήλθαν σε ισχύ και συμπληρώθηκαν με τα εδάφια 1 και 2 της παραγράφου 12 του άρθρου 27 του ν. 2130/1993 (Α'62) καταργούνται.»

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις του άρθρου 34 καταργήθηκαν από 15.05.2014 σύμφωνα με την περίπτωση α΄ του άρθρου 40 του ν.4264/2014]

Σχόλια Taxhorizon.club[Το άρθρο πριν την κατάργησή του]

Για τις λαϊκές αγορές Αθήνας και Θεσσαλονίκης με ειδικά εμπεριστατωμένη αιτιολογημένη απόφαση του οικείου Περιφερειάρχη κατόπιν μη δεσμευτικής πρότασης του οικείου Οργανισμού, όπου υφίσταται, και μετά από γνώμη του οικείου Δήμου και της οικείας Αστυνομικής Αρχής, η οποία αποφαίνεται μόνον σχετικά με την κυκλοφοριακή επίπτωση από τη λειτουργία συγκεκριμένης λαϊκής αγοράς, καθορίζονται ο ακριβής τόπος λειτουργίας των λαϊκών αγορών και η τυχόν αλλαγή και επέκτασή του.
Η πρόταση του Οργανισμού αποστέλλεται με επιμέλεια του οικείου Περιφερειάρχη στον Δήμο και στην Αστυνομική Αρχή, οι οποίοι οφείλουν να απαντήσουν εντός τριάντα (30) ημερών, άλλως ο Περιφερειάρχης εκδίδει την απόφαση χωρίς τη γνώμη τους. Για τις λαϊκές αγορές της υπόλοιπης χώρας ο ακριβής τόπος λειτουργίας των λαϊκών αγορών και η τυχόν αλλαγή και επέκτασή του καθορίζεται με απόφαση του οικείου Δημάρχου μετά από γνώμη της οικείας Αστυνομικής Αρχής. Οι Δήμαρχοι υποχρεούνται να παρέχουν οπωσδήποτε και κατά προτεραιότητα στους παραγωγούς όλης της χώρας θέσεις στις λαϊκές αγορές ευθύνης τους.

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις του άρθρου 34 καταργήθηκαν από 15.05.2014 σύμφωνα με την περίπτωση α΄ του άρθρου 40 του ν.4264/2014]

Σχόλια Taxhorizon.club[Το άρθρο πριν την κατάργησή του]

1. Η παρ. 1 του άρθρου 7στ του ν. 2323/1995 (Α'145) αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ο Οργανισμός Λαϊκών Αγορών Αττικής διοικείται από εννεαμελές Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο αποτελείται από: α. Τον Πρόεδρο.
β. Έναν εκπρόσωπο της Περιφέρειας Αττικής. γ. Έναν εκπρόσωπο της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Αττικής.
δ. Έναν εκπρόσωπο του Συλλόγου Εργαζομένων στον Οργανισμό Λαϊκών Αγορών Αττικής.
ε. Έναν εκπρόσωπο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Σωματείων Επαγγελματιών Πωλητών Λαϊκών Αγορών.
στ. Έναν εκπρόσωπο της Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Συλλόγων Παραγωγών Αγροτικών Προϊόντων Πωλητών Λαϊκών Αγορών.
ζ. Έναν εκπρόσωπο της Ομοσπονδίας Επαγγελματιών Πωλητών και Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Περιφέρειας Αττικής που ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα στην Περιφέρεια Αττικής.
η. Έναν εκπρόσωπο του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων.
θ. Έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού.
Τα υπό στοιχεία β' έως θ' μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζονται από τους οικείους φορείς και όργανα, εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από σχετική πρόσκληση του Περιφερειάρχη Αττικής. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της εν λόγω προθεσμίας, τα ανωτέρω μέλη ορίζονται από τον ανωτέρω Περιφερειάρχη.»

2. Το τρίτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 7στ του ν. 2323/1995 (Α' 145) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ο Πρόεδρος διορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και του Περιφερειάρχη Αττικής. Το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέγει ένα μέλος του ως Αντιπρόεδρο. Η θητεία των μελών του Δ.Σ. είναι διετής. Στο Δ.Σ. συμμετέχει ως εισηγητής χωρίς δικαίωμα ψήφου ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αττικής. Χρέη γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Αττικής που ορίζεται, μαζί με τον αναπληρωτή του, από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου.»

3. Στην παρ. 4 του άρθρου 7στ του ν. 2323/1995 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Στον Οργανισμό Λαϊκών Αγορών Αττικής συνιστάται μια θέση δικηγόρου παρ' Αρείω Πάγω με σχέση έμμισθης εντολής ο οποίος προσλαμβάνεται με τη διαδικασία του άρθρου 11 του ν. 1649/1986 για τον εξώδικο και δικαστικό χειρισμό υποθέσεων του Οργανισμού. Οι απολαβές του καθορίζονται σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4024/2011.»

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις του άρθρου 36 καταργήθηκαν από 15.05.2014 σύμφωνα με την περίπτωση α΄ του άρθρου 40 του ν.4264/2014]

Σχόλια Taxhorizon.club[Το άρθρο πριν την κατάργησή του]

1. α. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 8α του ν. 2323/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Ιδρύεται νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με την επωνυμία Οργανισμός Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης, που εποπτεύεται από τον Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας, έχει έδρα τη Θεσσαλονίκη και η δικαιοδοσία του εκτείνεται στην Περιφερειακή Ενότητα Θεσσαλονίκης.»
β. Η περίπτωση α' της παρ. 2 του άρθρου 8α του ν. 2323/1995 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. α) Ο Οργανισμός Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης διοικείται από εννεαμελές Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο αποτελείται από: αα. Τον Πρόεδρο.
αβ. Έναν εκπρόσωπο της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.
αγ. Έναν εκπρόσωπο της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων Κεντρικής Μακεδονίας.
αδ. Έναν εκπρόσωπο της Ομοσπονδίας Συλλόγων Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας - Θεσσαλίας - Θράκης.
αε. Έναν εκπρόσωπο της Ομοσπονδίας Σωματείων Επαγγελματιών Παραγωγών Λαϊκών Αγορών Θεσσαλίας, Μακεδονίας και Θράκης.
αστ. Έναν εκπρόσωπο των Παραγωγών Αγροτικών Προϊόντων Πωλητών Λαϊκών Αγορών που ασκεί την επαγγελματική του δραστηριότητα στη Μητροπολιτική Ενότητα Θεσσαλονίκης και προτείνεται από τον αντιπροσωπευτικότερο σύλλογο παραγωγών εντός του ανωτέρω διοικητικού ορίου.
αζ. Έναν εκπρόσωπο των Εργαζομένων στον Οργανισμό Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης.
αη. Έναν εκπρόσωπο του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων.
αθ. Έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας που ορίζεται με απόφαση του Υπουργού.
Τα υπό στοιχεία αβ' έως αθ' μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου ορίζονται από τους οικείους φορείς και όργανα, εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από σχετική πρόσκληση του Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της εν λόγω προθεσμίας, τα ανωτέρω μέλη ορίζονται από τον ανωτέρω Περιφερειάρχη.»

2. Τα εδάφια πρώτο έως και τέταρτο της περίπτωσης γ' της παρ. 2 του άρθρου 8α του ν. 2323/1995 (Α' 145) αντικαθίστανται ως εξής:
«γ) Ο Πρόεδρος διορίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και του Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας. Το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέγει ένα μέλος του ως Αντιπρόεδρο. Η θητεία των μελών του Δ.Σ. είναι διετής. Στο Δ.Σ. συμμετέχει ως εισηγητής χωρίς δικαίωμα ψήφου ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης. Χρέη Γραμματέα εκτελεί υπάλληλος του Οργανισμού Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης που ορίζεται, μαζί με τον αναπληρωτή του, από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου.»

3. Στην παρ. 2 του άρθρου 8α του ν. 2323/1995 προστίθεται περίπτωση ε' ως εξής:
«ε. Στον Οργανισμό Λαϊκών Αγορών Θεσσαλονίκης συνιστάται μια θέση δικηγόρου παρ' Αρείω Πάγω με σχέση έμμισθης εντολής, ο οποίος προσλαμβάνεται με τη διαδικασία του άρθρου 11 του ν. 1649/1986 για τον εξώδικο και δικαστικό χειρισμό υποθέσεων του Οργανισμού. Οι απολαβές του καθορίζονται σύμφωνα με τη διάταξη της παρ.1 του άρθρου 4 του ν. 4024/2011.»

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις του άρθρου 37 καταργήθηκαν από 15.05.2014 σύμφωνα με την περίπτωση α΄ του άρθρου 40 του ν.4264/2014]

Σχόλια Taxhorizon.club[Το άρθρο πριν την κατάργησή του]

Μετά το άρθρο 7στ του ν. 2323/1995 προστίθεται άρθρο 7ζ ως εξής:
«Αρθρο 7ζ
Για τα χρηματικά πρόστιμα που προβλέπονται στο άρθρο 5 και τις παραγράφους 9 και 10 του άρθρου 7 του παρόντος και στο εδάφιο α' της παρ. 2 του άρθρου 9 του π.δ. 51/2006 (Α'116), εφόσον ο υπόχρεος εντός της προθεσμίας της παραγράφου 4 του άρθρου 5 του παρόντος προσέλθει στη Δ.Ο.Υ. όπου υπάγεται και καταβάλλει το επιβληθέν με την απόφαση επιβολής χρηματικό πρόστιμο, το ποσό του προστίμου μειώνεται κατά το ήμισυ.
Το αποδεικτικό καταβολής του μειωμένου προστίμου προσκομίζεται στην αρμόδια υπηρεσία εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών. Η ανωτέρω ρύθμιση συνεπάγεται αυτοδικαίως την παραίτηση από την άσκηση προσφυγής κατά της πράξης βεβαίωσης της παράβασης ενώπιον του αρμόδιου Διοικητικού Πρωτοδικείου ή την άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής.»

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις του άρθρου 38 καταργήθηκαν από 15.05.2014 σύμφωνα με την περίπτωση α΄ του άρθρου 40 του ν.4264/2014]

Σχόλια Taxhorizon.club[Το άρθρο πριν την κατάργησή του]

1. Το άρθρο 7 του π.δ. 489/1987 (Α' 226) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 7 Προϊστάμενοι
1. Στη Διεύθυνση προΐσταται υπάλληλος των κλάδων ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού ή ΠΕ Πληροφορικής και εν ελλείψει ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού και εν ελλείψει ΤΕ Πληροφορικής.
2. Στα Τμήματα Οργάνωσης Λαϊκών Αγορών, Λειτουργίας Λαϊκών Αγορών, Εσόδων, Διοίκησης Προσωπικού και Οικονομικής Διοίκησης προΐστανται υπάλληλοι των κλάδων ΠΕ Διοικητικού-Οικονομικού και εν ελλείψει ΤΕ Διοικητικού-Λογιστικού και εν ελλείψει ΔΕ Διοικητικού-Λογιστικού.
3. Στο Τμήμα Μηχανογράφησης προΐσταται υπάλληλος των κλάδων ΠΕ Πληροφορικής και εν ελλείψει ΤΕ Πληροφορικής και εν ελλείψει ΔΕ Πληροφορικής.»

2. Το άρθρο 8 του π.δ. 51/2006 (Α'53) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 8 Λειτουργία Λαϊκών Αγορών
1. Οι λαϊκές αγορές λειτουργούν από Δευτέρα μέχρι Σάββατο, εκτός των επισήμων ή τοπικών αργιών. Κατ' εξαίρεση, επιτρέπεται η λειτουργία λαϊκών αγορών και τις Κυριακές αποκλειστικά με τη συμμετοχή παραγωγών, σε χώρους που δεν εμποδίζουν την κυκλοφορία των οχημάτων. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθορίζονται οι ειδικότεροι όροι και προϋποθέσεις για τη λειτουργία των λαϊκών αγορών κατά τις Κυριακές και ενδεικτικά ο φορέας επίβλεψης, το ύψος και ο τρόπος είσπραξης των ανταποδοτικών τελών καθαριότητας, ο τρόπος επιλογής και συμμετοχής των παραγωγών, το ωράριο λειτουργίας τους, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου.
2. Το ωράριο λειτουργίας των λαϊκών αγορών καθορίζεται για μεν τις λαϊκές αγορές αρμοδιότητας των Οργανισμών Λαϊκών Αγορών Αττικής και Θεσσαλονίκης με απόφαση του οικείου Διοικητικού Συμβουλίου του Οργανισμού κατά περίπτωση, για δε τις λαϊκές αγορές των λοιπών περιφερειών της χώρας με αποφάσεις των οικείων οργάνων των δήμων του ν. 3463/2006 (Α' 114), όπως έχει τροποποιηθεί και συμπληρωθεί με τις διατάξεις του ν. 3852/2010 (Α' 87).»

3. Στην παρ. 3 του άρθρου 3 του π.δ. 51/2006 (Α' 53), το οποίο τροποποιήθηκε με το π.δ. 116/2008 (Α' 179), προστίθεται εδάφιο ιε' ως εξής:
«ιε) Τυροκομικά προϊόντα. Επιτρέπεται η πώληση σε λαϊκή αγορά, εφόσον έχουν παραχθεί σε εγκεκριμένη εγκατάσταση, φέρουν σήμανση αναγνώρισης (κωδικό αριθμό έγκρισης), σύμφωνα με τους Κανονισμούς (ΕΚ) 852/2004 και 853/2004 και έχουν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις της κείμενης νομοθεσίας για την επισήμανση. Ειδικότερα κατά τη μεταφορά και πώληση θα πρέπει να τηρούνται οι απαιτήσεις του Κεφαλαίου ΙΙΙ του Παραρτήματος ΙΙ του Κανονισμού (ΕΚ) 852/2004.
Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζονται, επιπλέον των δικαιολογητικών που προβλέπονται στις παραγράφους 4, 5 και 6 του παρόντος άρθρου, τα δικαιολογητικά για την έκδοση και ανανέωση των αδειών του παρόντος εδαφίου, καθώς και η διαδικασία έκδοσης των βεβαιώσεων της παραγράφου 6 του παρόντος άρθρου.»

Σχόλια Taxhorizon.club[Οι διατάξεις του άρθρου 39 καταργήθηκαν από 15.05.2014 σύμφωνα με την περίπτωση α΄ του άρθρου 40 του ν.4264/2014]

Σχόλια Taxhorizon.club[Το άρθρο πριν την κατάργησή του]

Η θητεία των υφισταμένων Διοικητικών Συμβουλίων των Οργανισμών Λαϊκών Αγορών Αττικής και Θεσσαλονίκης παύει αυτοδικαίως με τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως των αντίστοιχων αποφάσεων για το διορισμό των νέων, σύμφωνα με τον παρόντα νόμο. Μέχρι το διορισμό νέων Διοικητικών Συμβουλίων τα υφιστάμενα αποφασίζουν μόνον για τα τρέχοντα ζητήματα των Οργανισμών.

1. Η περίπτωση δ' της παρ. 6 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) επιχορήγηση από τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.) πρώτου και δεύτερου βαθμού».

2. Η περίπτωση στ' της παρ. 6 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«στ) το ποσό που επιδικάζεται κατά την παράγραφο 22 του παρόντος και».

3. Η παρ. 7 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«7. Κάθε απόφαση επιχορήγησης των ενώσεων καταναλωτών οποιουδήποτε βαθμού από οποιονδήποτε φορέα σύμφωνα με τις περιπτώσεις δ' και ε' της προηγούμενης παραγράφου κοινοποιείται υποχρεωτικά στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή.»

4. H παρ. 12 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«12. Στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή συνιστάται πενταμελής επιτροπή, η οποία αποτελείται από: α) δύο Προϊσταμένους Διεύθυνσης της Γραμματείας αυτής, οι οποίοι προτείνονται με τον αναπληρωτή τους από τον Γενικό Γραμματέα Καταναλωτή, β) έναν εκπρόσωπο του Συνηγόρου του Καταναλωτή και γ) δύο εκπροσώπους των ενώσεων καταναλωτών που είναι μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Καταναλωτή και Αγοράς (Ε.Σ.Κ.Α.) και εκλέγονται με τους αναπληρωτές τους από το Ε.Σ.Κ.Α..
Ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής διορίζονται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας με θητεία τριών (3) ετών. Τα μέλη που προέρχονται από τον Ε.Σ.Κ.Α. δεν επιτρέπεται να διοριστούν για δύο συνεχόμενες θητείες.
Έργο της επιτροπής είναι η πιστοποίηση της πραγματικής λειτουργίας των ενώσεων καταναλωτών και της τήρησης των παραγράφων 5, 6, 8 έως και 11 του παρόντος. Η πιστοποίηση ανακαλείται από την Επιτροπή εγγράφως σε περίπτωση που ενώσεις καταναλωτών οποιουδήποτε βαθμού δεν υλοποιούν καμία δράση για δύο συνεχή έτη ή δεν συμμορφώνονται με τα οριζόμενα στις παραγράφους 8 έως 11. Οι αδρανείς ενώσεις καταναλωτών δεν δικαιούνται επιχορήγησης από Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού. Η πενταμελής επιτροπή συνεδριάζει τακτικώς εντός του πρώτου τριμήνου κάθε ημερολογιακού έτους και εκτάκτως οποτεδήποτε κληθεί να πιστοποιήσει νέα καταναλωτική οργάνωση. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις πιστοποίησης των καταναλωτικών οργανώσεων.»

5. Η παρ. 22 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«22. Χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατά την περίπτωση β' της παραγράφου 16 για την αυτή παράβαση παρέχεται μία μόνο φορά. Εκ του ποσού που επιδικάζεται κατά το προηγούμενο εδάφιο ποσοστό 20% διατίθεται στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή εντός μηνός από την είσπραξή του για σκοπούς προώθησης πολιτικών προστασίας του καταναλωτή και εκπαίδευσης του προσωπικού που απασχολείται στη Γενική Γραμματεία Καταναλωτή. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ρυθμίζονται τα θέματα εφαρμογής της παρούσας παραγράφου.»

6. Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 27 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 καταργείται το στοιχείο γ' και τα στοιχεία δ' και ε' αναριθμούνται σε γ' και δ' .

7. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 28 του άρθρου 10 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«28. Η διαγραφή της ένωσης καταναλωτών από το Μητρώο ενεργείται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.»

1. Η παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής: «2. Το Ε.Σ.Κ.Α. αποτελείται από: α) τρείς (3) εκπροσώπους του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, μετά των αναπληρωτών αυτών, β) τον Συνήγορο του Καταναλωτή, γ) έναν (1) εκπρόσωπο από κάθε δευτεροβάθμια ένωση καταναλωτών, δ) πέντε (5) εκπρόσωπους πρωτοβάθμιων ενώσεων καταναλωτών,
ε) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από την Επιτροπή Ανταγωνισμού,
στ) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από την Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων (Κ.Ε.Ε.),
ζ) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.),
η) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από τον Ενιαίο φορέα Ελέγχου Τροφίμων (Ε.Φ.Ε.Τ),
θ) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από την Τράπεζα της Ελλάδος,
ι) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από την Ελληνική Ένωση Τραπεζών (Ε. Ε. Τ),
ια) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από το Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος (Σ.Ε.Λ.Π.Ε),
ιβ) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από τη Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών και Βιοτεχνών Ελλάδος (Γ.Σ.Ε.Β.Ε),
ιγ) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από την Ένωση Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων,
ιδ) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από τον Σύνδεσμο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (Σ.Ε.Τ.Ε.), ιε) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από την Πανελλήνια Συνομοσπονδία Ενώσεων Γεωργικών Συνεταιρισμών (ΠΑ.Σ.Ε.ΓΕ.Σ),
ιστ) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από το Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών (Σ.Ε.Β.),
ιζ) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από την Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (Ε.Σ.Ε.Ε.),
ιη) έναν (1) εκπρόσωπο που προτείνεται από την Ομοσπονδία Σωματείων Ατόμων με Αναπηρίες,
ιθ) έναν (1) εκπρόσωπο υπηρεσιών γενικού - κοινωνικού ενδιαφέροντος (μεταφορά, ύδρευση, ηλεκτρισμός, φυσικό αέριο, τηλεπικοινωνίες, ταχυδρομικές υπηρεσίες κ.λπ.), ανάλογα με την θεματική ενότητα.»

2. Μετά την παρ. 2 του άρθρου 12 του ν. 2251/1994 προστίθεται παράγραφος 2α ως εξής:
«2α. Στο Ε.Σ.Κ.Α., όπου κριθεί αναγκαίο, καλούνται χωρίς δικαίωμα ψήφου κατά περίπτωση:
• οι Προϊστάμενοι των διευθύνσεων που είναι αρμόδιες σε θέματα προστασίας του Καταναλωτή του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας,
• πρόσωπα με εξειδικευμένες γνώσεις σε θέματα προστασίας καταναλωτή και
• εκπρόσωποι άλλων παραγωγικών τάξεων, καθώς και άλλοι φορείς που εμπλέκονται σε θέματα προστασίας του καταναλωτικού κοινού.»

3. Η παρ. 3 του άρθρου 12 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Τα υπό στοιχεία γ' έως ιθ' μέλη του Ε.Σ.Κ.Α. της παραγράφου 2 προτείνονται με τους αναπληρωτές τους από τους οικείους φορείς, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση σε αυτούς σχετικής πρόσκλησης του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
Αν οι φορείς αυτοί δεν προτείνουν τους εκπροσώπους τους εντός της προθεσμίας του προηγούμενου εδαφίου, οι εκπρόσωποι αυτοί ορίζονται από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
Ειδικά όσον αφορά τους εκπροσώπους των ενώσεων καταναλωτών της παραγράφου 2, και σε περίπτωση που δεν καλύπτονται οι προαναφερόμενες θέσεις του στοιχείου γ' της παραγράφου 2 από εκπροσώπους δευτεροβάθμιων ενώσεων καταναλωτών, οι κενές θέσεις καλύπτονται από εκπροσώπους πρωτοβάθμιων ενώσεων καταναλωτών. Ο εκπρόσωπος της πρωτοβάθμιας ένωσης του στοιχείου δ 'της παραγράφου 2 δεν μπορεί να συμμετέχει στο Ε.Σ.Κ.Α., αν η ένωση που ανήκει είναι μέλος της δευτεροβάθμιας ένωσης που συμμετέχει δια εκπροσώπου στο Ε.Σ.Κ.Α..
Η θητεία των μελών του Ε.Σ.Κ. Α. είναι τριετής και μπορεί να ανανεωθεί μία ή περισσότερες φορές, για ίσο χρόνο. Η θητεία των μελών του Ε.Σ.Κ.Α. λήγει πριν παρέλθει ο χρόνος της, σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης, διακοπής της συμμετοχής τους στο φορέα που εκπροσωπούν ή αποβολής της οικείας ένωσης καταναλωτών σύμφωνα με την παράγραφο 27 του άρθρου 10.»

4. Η παρ. 4 του άρθρου 12 του ν. 2251/1994 τροποποιείται ως εξής:
«4. Το Ε.Σ.Κ.Α. συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Με την ίδια απόφαση επιλέγεται και ορίζεται ο Πρόεδρος του Ε.Σ.Κ.Α., μετά του αναπληρωτή αυτού, μεταξύ των, υπό στοιχείο α' της παραγράφου 2, μελών. Με όμοια απόφαση ορίζεται γραμματέας του Ε.Σ.Κ.Α. μετά του αναπληρωτή αυτού μεταξύ των υπάλληλων της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή.»

5. Η παρ. 7 του άρθρου 12 του ν. 2251/1994 διαγράφεται.

6. Η παρ. 8 του άρθρου 12 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«8. Οι δαπάνες λειτουργίας του Ε.Σ.Κ.Α. βαρύνουν τις πιστώσεις της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή.»

7. Η παρ. 9 του άρθρου 12 του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«9. Τα μέλη του Ε.Σ.Κ.Α. δεν δικαιούνται αμοιβής για τη συμμετοχή τους στα όργανα αυτά. Τα μέλη που διαμένουν εκτός Αθηνών λαμβάνουν τα έξοδα κίνησης σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.»

1. Η παρ. 2 του άρθρου 13α του ν. 2251/1994 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, των Κανόνων Ρύθμισης της Αγοράς Προϊόντων και της Παροχής Υπηρεσιών και διατάξεων άλλων ειδικών νομοθετημάτων, σε βάρος των προμηθευτών που παραβαίνουν τις διατάξεις του παρόντος νόμου επιβάλλεται, με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, κατόπιν καταγγελίας ή και αυτεπαγγέλτως μια ή περισσότερες από τις παρακάτω κυρώσεις:
α) Σύσταση για συμμόρφωση, εντός οριζόμενης προθεσμίας και άρση της προσβολής και παράλειψης στο μέλλον.
β) Πρόστιμο από χίλια πεντακόσια (1.500) έως ένα ε-κατομμύριο (1.000.000) ευρώ. Σε περίπτωση που εκδοθούν σε βάρος του ίδιου προμηθευτή περισσότερες από τρεις (3) αποφάσεις επιβολής προστίμου, το ανώτατο όριο προστίμου διπλασιάζεται.
γ) Προσωρινή διακοπή της λειτουργίας της επιχείρησης ή τμήματός της για χρονικό διάστημα από τρεις (3) μήνες έως ένα (1) έτος σε περίπτωση που εκδοθούν σε βάρος του ίδιου προμηθευτή περισσότερες από τρεις (3) αποφάσεις επιβολής προστίμου.»

2. Στο ν. 2251/1994 προστίθεται άρθρο 13β ως εξής:
«Άρθρο 13β
Κάθε καταναλωτής ή ένωση καταναλωτών έχει το δικαίωμα να καταγγέλλει ενώπιον της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος νόμου. Οι καταγγελίες που λαμβάνει η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή κατατάσσονται ως εξής:
α) Καταγγελίες περί ζητημάτων που δεν εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή με βάση τις διατάξεις του παρόντος νόμου διαβιβάζονται στην αρμόδια υπηρεσία και ενημερώνεται σχετικά ο κα- ταγγέλλων μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την υποβολή τους.
β) Καταγγελίες με αίτημα εμφανώς αόριστο, ακατάληπτο ή αίτημα που επαναλαμβάνεται κατά τρόπο καταχρηστικό, τίθενται στο αρχείο της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή και ενημερώνεται σχετικά ο καταγγέλλων μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την υποβολή τους. Η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή δεν είναι υποχρεωμένη να απαντά σε αιτήματα καταναλωτών υπό μορφή γνωμοδότησης ή σε ερωτήματα επί ιδιωτικής φύσεως υποθέσεων που δεν στοιχειοθετούν καταγγελίες παραβάσεων του παρόντος νόμου.
γ) Καταγγελίες περί ζητημάτων που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή με βάση τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Στην περίπτωση αυτή, η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή προβαίνει σε περαιτέρω αξιολόγηση της αναγκαιότητας διερεύνησής τους λαμβάνοντας υπόψη ιδίως το δημόσιο συμφέρον, την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των καταναλωτών, τις πιθανές επιπτώσεις στο καταναλωτικό κοινό, τις επιπτώσεις σε ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού, την προστασία του καταναλωτή, καθώς και το α-ποτέλεσμα που προσδοκάται από την παρέμβασή της σε συγκεκριμένη υπόθεση. Εφόσον αξιολογηθεί από τον Προϊστάμενο Διεύθυνσης Προστασίας η αναγκαιότητα διερεύνησης των ως άνω καταγγελιών, ο ίδιος αναθέτει προς εξέταση τις υποθέσεις στο αρμόδιο Τμήμα. Ο Προϊστάμενος Διεύθυνσης δύναται να θέσει κάποιες υποθέσεις σε προσωρινό αρχείο μέχρι να προκύψουν πρόσθετα στοιχεία που θεμελειώνουν την αναγκαιότητα διερεύνησης, όπως αυτή περιγράφεται ανωτέρω. Ο Υπουργός Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας κατά το στάδιο της διερεύνησης δύναται να ζητήσει την απλή γνώμη του Συνηγόρου του Καταναλωτή, ο οποίος παρέχει την αιτιολογημένη γνώμη του επί της καταγγελίας εντός διμήνου από την υποβολή σχετικού ερωτήματος της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή. Η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή κατά το στάδιο της διερεύνησης δύναται να ζητήσει την απλή γνώμη του Συνηγόρου του Καταναλωτή, ο οποίος υποχρεούται να παράσχει την αιτιολογημένη άποψή του επί της καταγγελίας εντός διμήνου από την υποβολή σχετικού ερωτήματος του Υπουργού.
Εφόσον η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή κρίνει την μη αναγκαιότητα διερεύνησης κάποιων καταγγελιών βάσει των ανωτέρω ενημερώνεται σχετικά ο ενδιαφερόμενος καταγγέλλων, διαφορετικά διεκπεραιώνει την υπόθεση σε εύλογο χρονικό διάστημα, ανάλογα με το είδος της.»

To άρθρο 8 του π.δ. 524/1978 (Α' 112) αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 8 Έλεγχοι οργάνων μέτρησης
1. Α) Όλα τα όργανα μέτρησης που υπόκεινται σε νόμιμο έλεγχο υφίστανται υποχρεωτικά επαλήθευση πριν την πρώτη χρήση τους από κοινοποιημένο οργανισμό ή από τον κατασκευαστή, εφόσον αυτός διαθέτει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας, υπό τους όρους που προβλέπονται στις υπουργικές αποφάσεις Φ2-376/93 (Β' 284) και Φ2-1393/07 (Β' 521) όπως ισχύουν, για τον έλεγχο της τεκμηρίωσης, της σήμανσης και εν γένει της κατά νόμο λειτουργίας τους.
Β) Για την ως ανωτέρω επαλήθευση, εφόσον διενεργείται από κοινοποιημένο οργανισμό, εισπράττονται τέλη, το ύψος των οποίων ρυθμίζεται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Τα τέλη βαρύνουν τους κατασκευαστές ή τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους ή τους εισαγωγείς ή τους διανομείς και κατατίθενται από τους ενδιαφερομένους στον Κρατικό Προϋπολογισμό στον κωδικό εσόδου ΚΑΕ 3422 «Έσοδα καταργηθέντος ειδικού λογαριασμού Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας «Λογαριασμός Μέτρων και Σταθμών»» σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε..
Γ) Κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια που αφορά την ως ανωτέρω επαλήθευση ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
2. Α) Όλα τα όργανα μέτρησης που υπόκεινται σε νόμιμο έλεγχο υφίστανται υποχρεωτικά μία φορά κατ' έτος περιοδικό έλεγχο που διενεργείται από τις Περιφερειακές Υπηρεσίες Εμπορίου της χώρας για τον επανέλεγχο της τεκμηρίωσης, της σήμανσης και εν γένει της κατά νόμο λειτουργίας τους. Ο περιοδικός έλεγχος συντονίζεται και εποπτεύεται από τη Διεύθυνση Μετρολογίας της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
Β) Για τον περιοδικό έλεγχο εισπράττονται τέλη, το ύψος των οποίων ρυθμίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας. Τα τέλη περιοδικού ελέγχου βαρύνουν τους χρήστες των οργάνων μέτρησης και τα έσοδα από τα τέλη κατατίθενται από τις Περιφερειακές Υπηρεσίες Εμπορίου κάθε μήνα στον Κρατικό Προϋπολογισμό στον κωδικό εσόδου ΚΑΕ 3422 «Έσοδα καταργηθέντος ειδικού λογαριασμού Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας «Λογαριασμός Μέτρων και Σταθμών»» σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Ε.Δ.Ε..
Γ) Από τα έσοδα των τελών του περιοδικού ελέγχου του προηγούμενου έτους:
α) ποσοστό 50% αποτελεί έσοδο του Κρατικού Προϋπολογισμού και
β) ποσοστό 50% εγγράφεται στον τακτικό προϋπολογισμό της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας στον κωδικό ΚΑΕ 5291 «Δαπάνες καταργηθέντων με το ν. 3697/2008 ειδικών λογαριασμών», από το οποίο:
i. ποσοστό 50% διατίθεται στη Διεύθυνση Μετρολογίας, της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου, του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας για:
α. την αγορά και συντήρηση οργάνων μέτρησης, λοιπού εξοπλισμού και ειδικών οχημάτων που χρησιμοποιούνται για μετρολογικούς ελέγχους,
β. για την πληρωμή των συνδρομών της χώρας σε διεθνείς, ευρωπαϊκούς και εθνικούς μετρολογικούς οργανισμούς,
γ. για την κάλυψη των δαπανών επιμόρφωσης του προσωπικού της διεύθυνσης,
δ. για την αγορά εγχειριδίων (έντυπων και ηλεκτρονικών), συνδρομών σε ηλεκτρονικές υπηρεσίες, με σκοπό την εύρυθμη λειτουργία της Διεύθυνσης,
ε. για την κάλυψη των δαπανών μετακίνησης και συμμετοχής του προσωπικού της Διεύθυνσης σε σεμινάρια, συνεδριάσεις και συνέδρια που αφορούν τη μετρολογία, στ. για την κάλυψη των δαπανών μετακίνησης, ημερήσιας αποζημίωσης και υπερωριακής απασχόλησης του προσωπικού της Διεύθυνσης για τη διενέργεια μετρολογικών ελέγχων και
ii. ποσοστό 50% διατίθεται στις Περιφερειακές Υπηρεσίες Εμπορίου της χώρας για:
α. την αγορά και συντήρηση οργάνων μέτρησης, λοιπού εξοπλισμού και ειδικών οχημάτων που χρησιμοποιούνται για μετρολογικούς ελέγχους,
β. για την κάλυψη των δαπανών επιμόρφωσης του προσωπικού των Περιφερειακών Υπηρεσιών σε θέματα που αφορούν τη μετρολογία,
γ. για την αγορά εγχειριδίων (έντυπων και ηλεκτρονικών), συνδρομών σε ηλεκτρονικές υπηρεσίες, που αφορούν τη μετρολογία,
δ. για την κάλυψη των δαπανών μετακίνησης και συμμετοχής του προσωπικού της υπηρεσίας σε σεμινάρια, συνεδριάσεις και συνέδρια που αφορούν τη μετρολογία, ε. για την κάλυψη των δαπανών μετακίνησης, ημερήσιας αποζημίωσης και υπερωριακής απασχόλησης του προσωπικού της υπηρεσίας για τη διενέργεια μετρολογικών ελέγχων.
Δ) Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, η οποία εκδίδεται εντός του πρώτου τριμήνου εκάστου έτους, κατανέμονται και διατίθενται στις Υπηρεσίες Εμπορίου των Περιφερειακών Ενοτήτων της χώρας τα σχετικά ποσά που αφορούν το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με την περίπτωση βίί) της ως άνω παραγράφου Γ' . Για την κατανομή των ως άνω ποσών προηγείται λογιστικός έλεγχος και διασταύρωση των σχετικών παραστατικών και κάθε άλλου αναγκαίου στοιχείου από τις οικονομικές υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
Ε) Κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια που αφορά τον περιοδικό έλεγχο ρυθμίζεται με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.
3. Όλα τα όργανα μέτρησης που υπόκεινται σε νόμιμο έλεγχο, πέραν της επαλήθευσης πριν την πρώτη χρήση και του περιοδικού ελέγχου, υπόκεινεται και σε έκτακτους ελέγχους από τη Διεύθυνση Μετρολογίας της Γενικής Γραμματείας Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας, καθώς και από τις Περιφερειακές Υπηρεσίες Εμπορίου της χώρας, σε χρόνο που κρίνεται αναγκαίος από τις υπηρεσίες, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν καταγγελίας. Κατά τους έκτακτους ελέγχους εξετάζεται η τεκμηρίωση, η σήμανση και εν γένει η κατά νόμο λειτουργία των οργάνων μέτρησης και δεν εισπράττονται τέλη.»

1. Τα δύο πρώτα εδάφια της παρ. 3 του άρθρου 25Α του ν. 3614/2007 (Α' 267), όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 64 του ν. 4155/2013 (Α' 120) τροποποιούνται ως εξής:
«3. Η επιλογή της διαδικασίας Διαιτησίας του παρόντος άρθρου γίνεται με έγγραφη δήλωση - πρόταση, κοινοποιούμενη πάντα με Δικαστικό Επιμελητή, στον αντισυμβαλλόμενο και στον εποπτεύοντα τον Κύριο του Έργου Υπουργό, επί της οποίας αποφαίνεται εντός αποκλειστικής προθεσμίας 60 ημερών ο ως άνω Υπουργός μετά από εισήγηση της Διοίκησης του Κυρίου του Έργου. Όλες οι ως άνω διαφορές, για την επίλυση των οποίων τα συμβαλλόμενα Μέρη επέλεξαν κατά τα ανωτέρω την προσφυγή στη διαδικασία της Διαιτησίας του παρόντος άρθρου θα επιλύονται σύμφωνα με τις κατωτέρω διατάξεις.»

2. Η παρ. 5 του άρθρου 25Α του ν. 3614/2007 (Α' 267), όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 64 του ν. 4155/2013 (Α' 120) τροποποιείται ως εξής:
«5. Κάθε μέρος που θεωρεί ότι υπάρχει διαφορά προς επίλυση μπορεί να προσφύγει στην διαδικασία Διαιτησίας εντός προθεσμίας 60 ημερών από την ημερομηνία της επίδοσης προς αυτό της απόφασης του αντισυμβαλλόμενου Μέρους επί της ένστασης ή της άπρακτου παρόδου της δίμηνης προθεσμίας σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, με την κατάθεση αίτησης περί υποβολής της διαφοράς σε Διαιτησία του που κοινοποιείται στο άλλο Μέρος. Η αίτηση αυτή περιέχει σαφή περιγραφή της διαφοράς και ορισμό Διαιτητή για λογαριασμό του προσφεύγοντος. Αντίγραφο της αίτησης κοινοποιείται υποχρεωτικά προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, ο οποίος θα διεξάγει και τη σχετική κλήρωση της παραγράφου 7.»

3. Η περίπτωση α' της παρ. 13 του άρθρου 25Α του ν. 3614/2007 (Α' 267), όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 64 του ν. 4155/2013 (Α' 120) τροποποιείται ως εξής:
«13.α) Οι διατάξεις της παραγράφου 1 δύνανται να εφαρμόζονται και για τις διαφορές, που έχουν ήδη ανακύψει μεταξύ των Συμβαλλομένων των ως άνω Συμβάσεων Δημοσίων Έργων, από την εφαρμογή ή ερμηνεία της σχετικής σύμβασης δημόσιου έργου ή με αφορμή αυτή, μέχρι τη θέση σε ισχύ του παρόντος άρθρου, εφόσον για τις διαφορές αυτές δεν έχει ήδη λάβει χώρα η επ' ακροατηρίω συζήτηση της τυχόν ασκηθείσης προσφυγής του Αναδόχου ενώπιον Δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 77 του ν. 3669/2008 ή του άρθρου 13 του ν. 1418/1984 εφόσον έχει τηρηθεί η νόμιμη προδικασία του άρθρου 76 του ν. 3669/2008 ή του άρθρου 12 του ν. 1418/1984 και εφόσον η προαναφερθείσα προσφυγή ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα σύμφωνα με το άρθρο 77 του ν. 3669/2008 ή του άρθρου 13 του ν. 1418/1984.»

4. Η περίπτωση γ' της παρ. 13 του άρθρου 25Α του ν. 3614/2007 (Α' 267), όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 64 του ν. 4155/2013 (Α' 120) τροποποιείται ως εξής:
«γ) Για όσες από τις ως άνω συμβάσεις δημοσίου έργου έχουν ήδη ανακύψει διαφορές μεταξύ των συμβαλλομένων Μερών μέχρι τη θέση σε ισχύ της παρούσας, για τις εν λόγω ανακύψασες διαφορές, η επιλογή των Μερών για την προσφυγή στη διαδικασία διαιτησίας θα εκδηλούται αποκλειστικώς μέχρι τη 10η Σεπτεμβρίου 2013. Στην περίπτωση αυτή, στην ως άνω συμφωνία των συμβαλλόμενων Μερών για την επιλογή της προβλεπόμενης με τις διατάξεις της παρούσας διαδικασίας επίλυσης διαφορών, υπό την επιφύλαξη της διατάξεως της περίπτωσης α' της παραγράφου αυτής, θα περιλαμβάνεται και σχετική δήλωση του Αναδόχου του δημόσιου έργου, με την οποία θα παραιτείται από, κάθε ήδη ασκηθείσα εκ μέρους του, ένσταση, αίτηση θεραπείας ή προσφυγή, καθώς και ότι θα προβεί εντός ευλόγου χρόνου σε κάθε απαιτούμενη προς τούτο ενέργεια ενώπιον του αρμόδιου Δικαστηρίου ή της αρμόδιας Αρχής.

Στο άρθρο 1 του ν. 2081/1992 (Α' 154), όπως ισχύει, προστίθεται παράγραφος 3α, ως ακολούθως:
«3α. Ως μέλη του Επιμελητηρίου δύνανται να εγγραφούν μη εγκατεστημένα στη χώρα μας πρόσωπα, στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια αναστολής καταβολής του Φ.Π.Α. κατά την εισαγωγή αγαθών και εφαρμογή του συστήματος αντιστροφής της υποχρέωσης για τις παραδόσεις αγαθών στο εσωτερικό της χώρας, σύμφωνα με την παράγραφο 4α του άρθρου 29 του ν. 2960/2001 (Α' 265), όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 7 του ν. 4132/2013 (Α' 59), Αρμόδιο Επιμελητήριο για την εγγραφή των ανωτέρω προσώπων ορίζεται το Επιμελητήριο του τόπου της προσωρινής εισαγωγής και αποθήκευσης των εν λόγω αγαθών.»

1.α. Στην περίπτωση στ' της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 2515/1997, όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 6 της υποπαραγράφου Η.2 της παρ. Η' του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α' 107), προστίθεται υποπερίπτωση vii) ως εξής:
«vii) Οι λογιστές φοροτεχνικοί, που κατέχουν κατά τη δημοσίευση του ν. 4152/2013 επαγγελματική ταυτότητα Γ' τάξης του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 16 του π.δ. 340/1998, αποκτούν επαγγελματική ταυτότητα Β' τάξης. Επιπροσθέτως των δικαιωμάτων που προβλέπονται για τους κατόχους επαγγελματικής ταυτότητας ΕΓ' τάξης κατά τις διατάξεις του άρθρου 3 του π.δ. 340/1998, όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 7 της υποπαραγράφου Η.2 της παρ. Η' του άρθρου πρώτου του ν.4152/2013, οι λογιστές φοροτεχνικοί, που κατέχουν κατά τη δημοσίευση του ν. 4152/2013 επαγγελματική ταυτότητα Γ' τάξης του δευτέρου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 16 του π.δ. 340/1998, διατηρούν έως τις 31.12.2018 το δικαίωμα τήρησης διπλογραφικών βιβλίων μέχρι του ορίου των ακαθαρίστων εσόδων που προβλέπονται για τα απλογραφικά βιβλία του Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών. Η ανωτέρω προθεσμία δύναται να παραταθεί με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας.»
β. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος των διατάξεων της υποπαραγράφου Η.2. της παρ. Η' του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013.

2. Η παράγραφος 2 του άρθρου 246 του ν. 4072/2012 (Α' 86) τροποποιείται ως ακολούθως:
«2. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας ύστερα από εισήγηση της Κεντρικής Διοίκησης του Ο.Ε.Ε., εκδίδεται ο Κώδικας Δεοντολογίας Λογιστών Φοροτεχνικών, ο οποίος περιλαμβάνει τους κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας των λογιστών φοροτεχνικών και τις διοικητικές κυρώσεις κατά των παραβατών των κανόνων αυτών. Σε περίπτωση άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας που τίθεται από τον Υπουργό Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας για την υποβολή της εισήγησης του προηγούμενου εδαφίου, είναι δυνατή η έκδοση της απόφασης χωρίς την εισήγηση αυτή.»

1. Η παρ. 22 του άρθρου 20 του ν. 4146/2013 (Α' 90) καταργείται.

2. α. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 7 του ν. 3908/2011 (Α' 8) αντικαθίστανται ως ακολούθως:
«1. Με απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζεται το συνολικό ποσό της επιχορήγησης και της επιδότησης χρηματοδοτικής μίσθωσης για κάθε κατηγορία επενδυτικών σχεδίων του άρθρου 6 του παρόντος που παρέχονται για τις δύο εξαμηνιαίες περιόδους κάθε έτους.
2. Με απόφαση του Υπουργού Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας καθορίζονται τα είδη των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων που εντάσσονται σε κάθε κατηγορία επενδυτικών σχεδίων του άρθρου 6 του παρόντος, καθώς και η κατανομή των ενισχύσεων στις περιφέρειες και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Οι πόροι που διατίθενται για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της κατηγορίας Περιφερειακής Συνοχής κατανέμονται ετησίως στις Περιφέρειες με τρόπο που να ενισχύουν περισσότερο τις περιοχές με τα μεγαλύτερα διαρθρωτικά και αναπτυξιακά προβλήματα.»
β. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του ν. 4146/2013 (Α' 90).

1. Έως την έκδοση των υπουργικών αποφάσεων των παραγράφων 1 του άρθρου 4, 2 και 3 του άρθρου 22 και 3 του άρθρου 24 του παρόντος νόμου, εξακολουθούν να ισχύουν η ΑΔ 7/2009 (Β' 1388) με τις αντίστοιχες κυρώσεις που προβλέπονται στο ν.δ. 136/1946 (Α' 159).

2. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται: α) το ν.δ. 136/1946 (Α'159), β) ο ν. 3668/2008 (Α'115), γ) το άρθρο 15 του ν. 802/1978 (Α'121).

3. Τα άρθρα 28 έως 30 του παρόντος καταλαμβάνουν τις συμβάσεις που συνάπτονται και τις υφιστάμενες συμβάσεις που παρατείνονται ή ανανεώνονται μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος.

Ο παρών νόμος τίθεται σε ισχύ με τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

 



Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως
νόμου του Κράτους.

Λευκάδα, 6 Αυγούστου 2013

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΚΑΡΟΛΟΣ ΓΡ. ΠΑΠΟΥΛΙΑΣ

ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΤΟΥΡΝΑΡΑΣ

ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΙΧΕΛΑΚΗΣ

ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΧΑΤΖΗΔΑΚΗΣ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗΣ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ

ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΑΙ ΤΡΟΦΙΜΩΝ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΣΑΥΤΑΡΗΣ

ΥΠΟΔΟΜΩΝ, ΜΕΤΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΚΤΥΩΝ
ΜΙΧΑΗΛ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ, ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΝΙΑΤΗΣ

ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ−ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΝΔΙΑΣ

ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΙΓΑΙΟΥ
ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗΣ

Θεωρήθηκε και τέθηκε η Μεγάλη Σφραγίδα του Κράτους.

Αθήνα, 7 Αυγούστου 2013

Ο ΕΠΙ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΣ
XAΡΑΛΑΜΠΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ

 

 

Ευρετήριο τουριστικής νομοθεσίας

Δείτε αναλυτικά τον οδηγό τουριστικής νομοθεσίας ανά κλάδο

Κλίμακες φορολογίας εισοδήματος 2021

Δείτε αναλυτικά όλες τις κλίμακες φορολογίας εισοδήματος που ισχύουν για το φορολογικό έτος 2021